Δημοσιεύτηκε στην ψηφιακή εφημερίδα iPaper
Οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, ακόμη και αν δεν γίνουν άμεσα, προεξοφλούνται πλέον από όλους στο πλαίσιο της κυβερνητικής προσπάθειας να ξεπεράσει τους «κυματισμούς» από τις εξελίξεις στην τραγωδία των Τεμπών. Και όχι μόνο…
Έχει προηγηθεί συσσώρευση φθοράς λόγω ακρίβειας, διαχείρισης φυσικών καταστροφών, νόμου για την ισότητα στο πολιτικό γάμο, αλλά και ένα 28,3% στις ευρωκάλπες που κλόνισε το αίσθημα πολιτικής “παντοδυναμίας”. Το 41% που ήταν δικαίωση για το έργο της πρώτης τετραετίας, λειτούργησε και σαν “παγίδα” εφησυχασμού την οποία σε κάποιες περιπτώσεις δεν απέφυγε η κυβέρνηση. Το επιβεβαιώνει ίσως και η αδυναμία της να διακρίνει εγκαίρως το κλίμα κοινωνικής δυσαρέσκειας για την πορεία διερεύνησης του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών.
Η ΝΔ παραμένει βέβαια καθαρά πρώτο κόμμα, μακριά όμως από επίπεδα αυτοδυναμίας και με υπεροχή της να συντηρείται ολοένα και περισσότερο από την απουσία εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης.
Μοναδική περίοδος που φάνηκε να διαμορφώνει προϋποθέσεις ανάκαμψης ήταν στα τέλη 2024 όταν πήρε η ίδια, με τις πολιτικές της, την πρωτοβουλία των κινήσεων. Μετρό Θεσσαλονίκης, εισοδηματικές αυξήσεις, στοχευμένες ενισχύσεις, στήριξη ενστόλων, παρεμβάσεις για τις τράπεζες, έδωσαν ώθηση, η οποία ανακόπηκε από τις εξελίξεις στην τραγωδία των Τεμπών.
Στις παρούσες συνθήκες η ανάγκη επανεκκίνησης είναι αδιαμφισβήτητη και σίγουρα θα σηματοδοτηθεί και από έναν ανασχηματισμό σε χρόνο που θα επιλέξει ο πρωθυπουργός. Ας μην υπάρχουν όμως ψευδαισθήσεις. Όποτε και αν γίνει, ο απόηχος από τις αλλαγές στα πρόσωπα θα κρατήσει πολύ λίγο και στο προσκήνιο θα έρθουν και πάλι οι πολιτικές..
Για τον λόγο αυτό, το εάν θα είναι για πρώτη φορά σαρωτικός ή διορθωτικός, όπως συνηθίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, πολύ μικρή σημασία θα έχει τελικά εάν στην πράξη δεν αποδειχθεί και αποτελεσματικός εκεί ακριβώς όπου θα κριθεί η κυβέρνηση στις εκλογές του 2027: Στο πεδίο της πραγματικής πολιτικής, στην καθημερινότητα, στην μεταρρυθμιστική δυναμική.