Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
Όταν πριν 20 ημέρες ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάλεσε τον Κωστή Χατζηδάκη στο γραφείο του, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης πέρασε την πόρτα με την αίσθηση ότι πρόκειται για μία ακόμα συνάντηση από τις πολλές που κάνουν καθημερινά και αφορούν το σχεδιασμό και το συντονισμό του κυβερνητικού έργου. Όταν κάθισε ο κ. Μητσοτάκης, χωρίς ιδιαίτερο πρόλογο, τον ενημέρωσε πως θέλει να του αναθέσει άλλη μία …επικίνδυνη αποστολή: Να είναι υποψήφιος για μία από τις δέκα θέσεις αντιπροέδρων στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα.
Η προσπάθεια στέφθηκε με επιτυχία, ωστόσο, αυτή δεν ήταν καθόλου δεδομένη στο ξεκίνημα της κούρσας. Οι περισσότεροι υποψήφιοι είχαν ξεκινήσει τον «προεκλογικό» αγώνα πολλούς μήνες πριν, είχαν την υποστήριξη ισχυρών αντιπροσωπειών από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης, ενώ οι σχέσεις της ελληνικής πλευράς με τον πρόεδρο του ΕΛΚ, Μάνφρεντ Βέμπερ, δεν ήταν στο καλύτερο σημείο τους. Ο κ. Χατζηδάκης είχε στη διάθεση του μόλις 15 ημέρες για να ανατρέψει τα προγνωστικά. Ο κ. Μητσοτάκης επέμεινε από την πρώτη στιγμή ότι η ΝΔ πρέπει να συμμετάσχει στην ηγεσία της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς για την επόμενη πενταετία και να διατηρήσει τη δυναμική που έχει αναπτύξει από το 2019 στα κέντρα λήψης των αποφάσεων στις Βρυξέλλες. Και για να το πετύχει αυτό χρειαζόταν το κατάλληλο πρόσωπο που θα εκπροσωπούσε τις πολιτικές και τις θέσεις που μετέτρεψαν την Ελλάδα από «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης σε παράδειγμα προς μίμηση για πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Το ΕΛΚ είναι το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό κόμμα και έχει στους κόλπους του 14 ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Στο προεδρείο του ανταλλάσσονται απόψεις και χαράσσονται κατευθυντήριες γραμμές για όλα τα σοβαρά θέματα που απασχολούν την Ένωση. Σε μία περίοδο τεκτονικών γεωπολιτικών αλλαγών, κατά την οποία η Ευρώπη καλείται να αποκτήσει οικονομική και αμυντική αυτονομία η ενεργή συμμετοχή ενός εκπροσώπου της κυβερνητικής παράταξης θα έχει πολλαπλά οφέλη για την προώθηση των εθνικών συμφερόντων.
Εννοείται ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο οποίο συμμετέχουν οι Αρχηγοί κρατών και Πρωθυπουργοί. Αλλά όταν μιλάμε για ένα κόμμα το οποίο συμμετέχει σε περισσότερες από τις μισές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, το ποια θα είναι η κατεύθυνση αυτού του κόμματος, έχει μια ιδιαίτερη σημασία.
Ο κ. Μητσοτάκης «πήρε πάνω του» τη δύσκολη προσπάθεια κάνοντας καθημερινά τηλέφωνα σε ηγέτες του ΕΛΚ και στελέχη της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς προκειμένου να εξασφαλίσει την επιτυχή κατάληξη της προσπάθειας. «Διαφορετικά δεν θα έβγαινε», όπως λέει στενός συνεργάτης του. Κλειδί ήταν οι γερμανοί. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κόμμα του ΕΛΚ, το οποίο έχει παράλληλα κορυφαία αξιώματα. Από το CDU προέρχονται ο πρόεδρος, Μάνφρεντ Βέμπερ και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν. Φτάνοντας στη Βαλένθια ο Πρωθυπουργός ξεκίνησε και τις κατ’ ιδίαν επαφές με ομολόγους τους, σε πολλές από τις οποίες συμμετείχε και ο κ. Χατζηδάκης, όπως αυτή με τον νέον Καγκελάριο της Γερμανίας Φρίντριχ Μερτς, με τον οποίο ο κ. Μητσοτάκης έχει καταφέρει να χτίσει σχέσεις εμπιστοσύνης. Ο Κωστής Χατζηδάκης, από την πλευρά του, επένδυσε στις σχέσεις που έχει διατηρήσει με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας Αντόνι Ταγιάνι, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί στην αποκρατικοποίηση της Ολυμπιακής, καθώς την περίοδο εκείνη ήταν Επίτροπος Βιομηχανίας. Φιλική, επίσης, σχέση διατηρεί με τον Μισέλ Μπαρνιέ, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί στις Βρυξέλλες και έπαιξε ρόλο στη διασφάλιση ψήφων από την γαλλική αντιπροσωπεία. Σημαντική θεωρείται και η συμβολή του υφυπουργού Εξωτερικών, Τάσου Χατζηβασιλείου, ο οποίος διατηρεί ισχυρούς διαύλους επικοινωνίας με τα στελέχη του ΕΛΚ και ευρωπαίους παράγοντες.
Η επιχείρηση στέφθηκε με επιτυχία και η ΝΔ επέστρεψε στο προεδρείο του ΕΛΚ ύστερα από 21 χρόνια, καθώς τελευταίος Έλληνας αντιπρόεδρος στην ευρωπαϊκή κεντροδεξιά ήταν ο Κώστας Καραμανλής το 2004. Ενδεικτικό της σημασίας που έχει η εκλογή του κ. Χατζηδάκη είναι πως αντιπρόεδροι εξελέγησαν επίσης ο Πρωθυπουργός της Φιλανδίας, κ. Πέτερι Όρπο, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ιταλίας και Υπουργός Εξωτερικών, κ. Αντόνιο Ταγιάνι, δύο επίτροποι, ο Υπουργός Εξωτερικών της Πορτογαλίας και η υποψήφια Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Ιρλανδία.