Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
της Κωνσταντίνας Δ. Καρακώστα
Επίκουρης Καθηγήτριας Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας
Την Γκόντα Βαν Στιν, πρώτη γυναίκα κάτοχο της έδρας Κοραή της Ελληνικής και Βυζαντινής Γλώσσας και Λογοτεχνίας του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο King’s College του Λονδίνου τη γνώρισα όταν πριν από κάποια χρόνια είχε έρθει στο Υπουργείο Εσωτερικών, στο γραφείο του τότε Γενικού Γραμματέα Ιθαγένειας, Αθανάσιου Μπαλέρμπα για να ζητήσει τη συνδρομή του προκειμένου για την «τακτοποίηση» της ιθαγένειας χιλιάδων παιδιών που έφυγαν από την Ελλάδα και υιοθετήθηκαν από ζευγάρια του εξωτερικού τα χρόνια μετά την λήξη του Εμφυλίου και αργότερα. Είχε γράψει το βιβλίο «Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα: Υιοθεσίες στην Αμερική του ψυχρού πολέμου» που αναφέρεται στις υιοθεσίες 4000 παιδιών από την Ελλάδα στις ΗΠΑ και την Ολλανδία την περίοδο 1949 -1962.
Δυστυχώς, όμως, δεν ήταν θέμα ιθαγένειας αυτό που ζητούσε και επομένως δεν μπορούσε να τη βοηθήσει, όσο άβολα και αν νιώσαμε όλοι μας. Τα παιδιά αυτά είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα και αυτή η πραγματικότητα ήταν το κλειδί για να μπορέσει να συνδράμει τώρα, με άλλη φυσικά θεσμική ιδιότητα. Πριν από μια εβδομάδα το Υπουργείο Εσωτερικών τακτοποίησε αυτή τη σημαντική ιστορική εκκρεμότητα που αφορά το σύνολο των ελληνόπουλων, ενήλικων πια, που είχαν υιοθετηθεί κατά τη χρονική περίοδο 1945 – 1975 από αλλοδαπούς γονείς και αναχώρησαν από την Ελλάδα σε πολύ μικρή ηλικία. Με υπουργική απόφαση που εκδόθηκε πριν λίγες μόλις ημέρες από τον Υπουργό Εσωτερικών Θοδωρή Λιβάνιο και τον Υφυπουργό Βασίλη Σπανάκη μπορούν πλέον να τακτοποιηθούν δημοτολογικά όλοι όσοι από αυτούς το επιθυμούν.
Μέσα από την εξαιρετικά λεπτομερή απόφασή τους, που λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους, καθορίζονται λεπτομερώς όλες οι διαδικασίες εγγραφής για κάθε κατηγορία. Αν και με καθυστέρηση πολλών ετών η ελληνική πολιτεία στρέφει το βλέμμα της σε όλα αυτά τα παιδιά της -πολλά εκ των οποίων έχουν δαπανήσει αρκετά χρήματα σε δικηγόρους- αναγνωρίζει το πρόβλημα και το τακτοποιεί με την ανάκτηση της ελληνικότητάς τους. Είναι σημαντική ψυχολογική ανάγκη οι άνθρωποι αυτοί να τακτοποιήσουν το παρελθόν τους, να επανασυνδεθούν με τις ρίζες τους, να επιστρέψουν στην μητέρα πατρίδα τους και να κλείσουν οριστικά τα κενά που υπάρχουν μέσα τους.
Το Δημοτικό Βρεφοκομείο της Θεσσαλονίκης «Ο Άγιος Στυλιανός», μαιευτήρια της Αθήνας, της Πάτρας, του Ηρακλείου, της Καλαμάτας γίνονταν χώροι που συντελούνταν η πρώτη πράξη όταν νεαρές μητέρες άφηναν για υιοθεσία τα νεογέννητα παιδιά τους. Πολιτικοί λόγοι, τα χρόνια αμέσως μετά τον Εμφύλιο, οικονομικοί και κοινωνικοί λόγοι τη δεκαετία του ’60 ωθούσαν χιλιάδες παιδιά με διάφορους όρους που τα συνόδευαν -ορφανά, νόθα, αγνώστου πατρός, καρπούς εκτός γάμου σχέσεων, άπορα, παιδιά κομμουνιστών- να στέλνονται κυρίως στην Αμερική έναντι συγκεκριμένου ποσού. Εύκολα και γρήγορα, λευκά και υγιή μωρά έφταναν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ήταν μια σκληρή και δύσκολη περίοδος της ελληνικής ιστορίας, ένα κεφάλαιο της που ακόμη δεν έχει κλείσει ολοκληρωτικά. Μια ιστορική εκκρεμότητα και συνάμα ένας συγκινητικός αγώνας ζωής για όλους εκείνους που αναζητούσαν την ταυτότητά τους στη χώρα που γεννήθηκαν και που τότε σημαδευόταν από ένα ακόμη δύσκολο κεφάλαιό της. Δύσκολος ο νόστος τους. Χρειάστηκε πάθος, αγώνα, χρήματα για να επανακτήσουν αυτό που πραγματικά είναι. Είναι μια μεγάλη νίκη, ένας νόστος που επιτεύχθηκε!