Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
*Γράφει ο Κυριαζής Σωτηρίου, Γραμματέας της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ και τελειόφοιτος φοιτητής Αρχιτεκτονικής
Είναι άδικο να πει κανείς πως τα Πανεπιστήμια του 2025 θυμίζουν τα Πανεπιστήμια της προηγούμενης δεκαετίας. Από το 2019 έχουν μεσολαβήσει πολλές εύστοχες παρεμβάσεις, με πρώτη και κύρια την κατάργηση του ασύλου ανομίας, ως πρώτο μάλιστα νομοθέτημα της τότε νεοεκλεγείσας κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν είναι όμως η μόνη, αλλά μία από τις πολλές. Η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων έχει αυξηθεί κατά 40% σε σχέση με το 2018 ενώ οι υποδομές και το ακαδημαϊκό περιβάλλον βελτιώνονται συνεχώς.
Θα έλεγε κανείς πως αυτή η προσπάθεια είναι κυρίως τεχνικής φύσεως. Όμως εδώ θα διαφωνήσουμε. Γιατί οι παρεμβάσεις οι οποίες γίνονται σημαίνουν πολλά περισσότερα για την ελληνική πραγματικότητα και μία τέτοια ανάγνωση είναι ελλιπής ή επιφανειακή αν θέλετε, σε βαθμό που αγνοεί κάποια πολύ σημαντικά στοιχεία, τα οποία και θα παραθέσω στη συνέχεια.
Είναι γνωστό πως οι κακές ειδήσεις διαδίδονται πολύ πιο γρήγορα από τις καλές. Και τα πρόσφατα γεγονότα τόσο στη Νομική του ΕΚΠΑ, με τις εικόνες του αιμόφυρτου χτυπημένου φοιτητή που μας σοκάρουν, όσο και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, επισκιάζουν αυτή την προσπάθεια, αλλά μας υπενθυμίζουν κιόλας κάτι πολύ βασικό. Πως με την ανομία στα Πανεπιστήμια δεν έχουμε ακόμη τελειώσει.
Η χρονιά που διανύουμε είχε και έχει πολλές δυσκολίες. Ακόμη και αν τα πρόσφατα περιστατικά, τώρα μονοπωλούν τα μέσα ενημέρωσης, πρέπει να σημειωθεί πως δεν ήταν τα μοναδικά τη φετινή χρονιά. Δυστυχώς μέλη της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ στο Πολυτεχνείο Κρήτης βρέθηκαν σε αντίστοιχη κατάσταση με δύο εξ αυτών να καταλήγουν στο νοσοκομείο, ενώ επιθέσεις δέχτηκαν και πάλι μέλη της Οργάνωσής μας τόσο στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, αλλά και σε εκδήλωσης της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ του ΠΑΜΑΚ.
Άρα κάπου εδώ έρχεται η ώρα της ευθύνης. Ποιοι ευθύνονται, ποιοι σιωπούν και γιατί εδώ και τόσες δεκαετίες ακόμη συζητάμε τα αυτονόητα.
Ας αποδεχτούμε πως η συζήτηση για την ασφάλεια μέσα στα Πανεπιστήμια δεν είναι μία επίκαιρη συζήτηση, αλλά μία συζήτηση που έρχεται ξανά και ξανά στην επικαιρότητα σαν φάντασμα από το παρελθόν. Ας κάνουμε λοιπόν την εξής διαπίστωση. Ο νόμος που ίσχυε μέχρι το 2019 άλλαξε και προβλέπει πια, πως έκνομα περιστατικά θα αντιμετωπίζονται όπως αντιμετωπίζονται σε κάθε δημόσιο χώρο. Και στην ερώτηση αν εφαρμόζεται, γιατί δεν αρκεί απλά να ψηφίζεται ένας νόμος, η απάντηση είναι ναι. Είναι η πρώτη χρονιά μετά από δεκάδες χρόνια που σε κανένα Πανεπιστήμιο δεν υπάρχει ενεργή κατάληψη. Παράλληλα είναι σχεδόν αυτονόητο πως αν διαπραχθεί οποιαδήποτε έκνομη ενέργεια, η αστυνομία θα παρέμβει και όπως συνέβη και στην περίπτωση της Νομικής παρενέβη άμεσα. Συμπεραίνουμε έτσι κάπου εδώ πως στα Πανεπιστήμια όσον αφορά την ασφάλεια, απ’ το 2019 ναι κάτι άλλαξε και μόνο λίγο δεν είναι αυτό αφού πριν από μερικά χρόνια τίποτα από αυτά δεν ήταν αυτονόητο.
Όσο όμως οι κοινωνίες αλλάζουν και όλοι μας καλούμαστε να προσαρμοστούμε στις ανάγκες που οι καιροί δημιουργούν, κάποιοι άλλοι αρνούνται πεισματικά να αλλάξουν. Και απευθύνομαι τόσο στη στάση του πολιτικού συστήματος, όσο και στη βούληση ορισμένων Διοικήσεων των Πανεπιστημίων. Οι μεν λοιπόν και δη τα κόμματα της αριστεράς, διατηρούν την ίδια διαχρονική στάση των ίσων αποστάσεων και των αστερίσκων κάθε φορά που μία τέτοια εικόνα, όπως της Νομικής, τους αναγκάζει να τοποθετηθούν δημοσίως και οι δε κάθε φορά που καλούνται να επιτελέσουν το καθήκον τους, πετάνε τη μπάλα στην εξέδρα. Και αυτό δεν είναι κάτι το οποίο χρησιμοποιείται επικοινωνιακά από την πλευρά της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, αλλά αποτελεί μαρτυρία φοιτητή που χτυπήθηκε και αναζητώντας το δίκιο του από μέλος της Διοίκησης στο Πολυτεχνείο Κρήτης, άκουσε την εξής αποστομωτική απάντηση: «εμάς μην μας ανακατεύετε».
Για να βρεθεί συνεπώς μία υπερκομματική λύση στο ζήτημα της ασφάλειας, απαιτείται πρωτίστως θέληση, δευτερευόντως βούληση και πάνω απ’ όλα μία άτυπη συμφωνία, πως τα Πανεπιστήμια δεν μπορούν πλέον να αποτελούν πεδίο αντιπαράθεσης και ιδεοληψιών. Έχει έρθει η ώρα το πολιτικό σύστημα να αντιληφθεί πως η ασφάλεια των φοιτητών δεν είναι παιχνίδι και να προτείνει επιτέλους κάτι, οι Διοικήσεις να εφαρμόσουν το νόμο και η πολιτεία να λάβει στοχευμένα και αποτελεσματικά μέτρα σε συνεργασία με όλους τους παραπάνω.
Τα Τουρνικέ παράδειγμα από μόνα τους δεν θα δώσουν τη λύση. Είναι όμως μέρος της εξίσωσης. Και από την δική μας πλευρά, ως ΔΑΠ-ΝΔΦΚ η πρόταση που καταθέσαμε στην Υπουργό Παιδείας χωρίζεται σε 3 άξονες:
Στην ελεγχόμενη είσοδο με τη χρήση ψηφιακής κάρτας εισόδου, όπως παράδειγμα στα γήπεδα, το οποίο εκ του αποτελέσματος είναι ένα μέτρο το οποίο πέτυχε, επειδή ακριβώς υπήρχε πρόθεση από τις ομάδες, αλλά και τους φιλάθλους και ύστερα με την παράλληλη εγκατάσταση των Τουρνικέ. Το προλαμβάνειν άλλωστε, είναι καλύτερο του θεραπεύειν και σίγουρα ένας έλεγχος του «ποιος μπαίνει και του ποιος βγαίνει» αν το καλοσκεφτούμε, ίσως να απέτρεπε την είσοδο των εξωπανεπιστημιακών στη Νομική. Το δεύτερο σκέλος αφορά την εφαρμογή του νόμου σχετικά με τις ακαδημαϊκές ελευθερίες. Να εφαρμόζεται δηλαδή από τις Διοικήσεις χωρίς δεύτερη σκέψη. Και το τρίτο, αφορά τις πειθαρχικές κυρώσεις, γιατί ας συμφωνήσουμε πως όταν ένας φοιτητής αποδεδειγμένα (με απόφαση της δικαιοσύνης) χτυπάει έναν άλλον με πυροσβεστήρα, εμπλέκεται συνεπώς σε μία παράνομη πράξη, τότε δεν μπορεί να συνεχίσει να φέρει τη φοιτητική ιδιότητα. Ένα μέτρο το οποίο δαιμονοποιείται από κάποιους χώρους, όμως δεν νομίζω πως κανένας γονιός θα ήθελε το παιδί του να ξαναβρεθεί αντιμέτωπο με μία τέτοια συνθήκη στο χώρο που σπουδάζει.
Έχει έρθει ο καιρός να δώσουμε τις μάχες του μέλλοντος και να αφήσουμε πίσω αυτές του παρελθόντος. Αυτές για τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στα επιστημονικά μας αντικείμενα. Αυτές για τις καλύτερες υποδομές και την ουσιαστική τους αναβάθμιση. Αυτές για την πραγματική σύνδεση του Πανεπιστημίου με την αγορά εργασίας. Αυτές που απασχολούν κάθε κανονικό φοιτητή που θέλει να σπουδάζει σε ένα ίδρυμα ανενόχλητος. Όπως συμβαίνει σε κάθε ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο. Όπως θα έπρεπε να συμβαίνει και εδώ. Γιατί τα Πανεπιστήμιά μας, δεν μπορούν να περιμένουν άλλο. Αυτή λοιπόν την αντίθεση θέλουμε να αναδείξουμε και στις φετινές φοιτητικές εκλογές στις 14 Μαΐου. Πως αν πραγματικά θέλουμε ως γενιά να αλλάξουν όσα διαχρονικά μας πληγώνουν, τότε κάποιοι, αποστάσεις δεν πρέπει να κρατούν από τους χτυπημένους φοιτητές, αλλά από τις απόψεις που συντηρούν τέτοιες εικόνες, και συμπεριφορές, ρίχνοντας νερό στο μύλο και στο χρονικό της βίας. Κοινώς να αλλάξουν και οι ίδιοι.