Δημοσιεύτηκε στην ψηφιακή εφημερίδα Ipaper
Επιμέλεια: Μάρθα Λεκκάκου
του Δημήτρη Μαρκόπουλου, Βουλευτή ΝΔ Β’ Πειραιώς
Μόνιμη επωδός – και δικαιολογημένα όπως εξελίσσονται οι πολιτικές καταστάσεις – είναι πως «δεν υπάρχει σοβαρή εναλλακτική διακυβέρνησης». Πως η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτελούν τη μοναδική επιλογή και πως φυσικά κανένα από τα αντιπολιτευόμενα κόμματα δεν πείθει, είτε αυτά προέρχονται από την κεντροαριστερά ή την αριστερά, είτε από τον δεξιότερα της ΝΔ χώρο, είτε από την …παλαβή κατεύθυνση του λαϊκιστικού φάσματος.
Όσο όμως και αν αυτή η παγιωμένη συνθήκη αποτελεί για εμάς τους στηρίζοντες το κυβερνητικό σχήμα και συμμετέχοντες στην πολιτική προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας μια ανακούφιση, όσο κι αν στους πολίτες που επιθυμούν μια ευθεία πολιτική πορεία με ευστάθεια και δίχως αναταράξεις, η συνθήκη αυτή μπορεί και να αποδειχθεί παράγοντας αποπροσανατολιστικός κι εν τέλει επιζήμιος. Και αναφέρω επιζήμιος καθώς το να αποτελούμε κατά κάποιο τρόπο μια επιλογή «ανοχής» ενώ έχουμε ψηφιστεί (και στο μεγάλο μέρος της εξαετούς ήδη διακυβέρνησης μας το είχαμε πετύχει) ως δύναμη εμπιστοσύνης και πολιτικής θετικής, αποτελεί θέμα για σκέψη.
Οπωσδήποτε η Ελλάδα και το αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα δεν έχουν άλλη πιο αξιόπιστη επιλογή από αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη και της ΝΔ. Μακράν ο κορυφαίος πολιτικός στη χώρα είναι αυτή τη στιγμή ο Πρωθυπουργός, με αντοχή ως προς το θετικό του προφίλ και με προφανές προβάδισμα έναντι όλων των υπολοίπων. Έχοντας διεθνή ακτινοβολία, κύρος, έχοντας παλέψει κι επιτύχει σειρά εθνικών νικών αλλά και την αλλαγή της διεθνούς εικόνας της πατρίδας, κατορθώνει να βγαίνει ακόμα και τώρα, πιο πάνω από τα προβλήματα.
Όμως μια σειρά από λάθη, η κυβερνητική κόπωση από 6 συνεχόμενα χρόνια στη διακυβέρνηση και φυσικά τα όποια πισωγυρίσματα, έχουν απομακρύνει – πρόσκαιρα εκτιμώ – μια μερίδα κόσμου. Ανθρώπων που ενώ στο πρόσωπο του πρωθυπουργού βρίσκουν λύσεις, απογοητεύονται από ανεπάρκειες του μηχανισμού και των λοιπών κυβερνητικών προσώπων. Από λανθασμένες εκτιμήσεις και νομοθετήματα ή από τη μη εφαρμογή γενναίων πολιτικών για τις οποίες και μας επέλεξαν.
Το έχω ξαναπεί στον δημόσιο διάλογο και θα το επαναλάβω κι εδώ: το κεφάλαιο του πρωθυπουργού είναι μεγάλο και μας κρατάει εδώ και αρκετά χρόνια υψηλά σε μετρήσεις αλλά και στην τελική κάλπη. Αυτό οφείλουμε να το θυμόμαστε όλοι και να το διαφυλάττουμε. Μην το σπαταλούμε. Μη κρύβουμε τα δικά μας μικρά ή μεγαλύτερα λάθη πίσω από τη δική του πολυεπίπεδη παρουσία.
Αυτή η υπεροχή που δημοσκοπικά έχουμε, είναι ευδιάκριτη, είναι δεδομένη, όμως προς στιγμή δεν δείχνει ικανή να δώσει αυτοδυναμία. Κι αυτό συμβαίνει επειδή ο Έλληνας πολίτης μας δίνει προς ώρας ψήφο ανοχής. Πως μας παρακολουθεί, μας κρίνει, ακόμα όμως δεν μας επιδοκιμάζει στο βαθμό που εμείς θα θέλαμε.
Πρέπει λοιπόν να υπάρξουν δείγματα πως ο πολίτης μας εμπιστεύεται ξανά. Πως μας επιλέγει όχι από ανάγκη ή εξαιτίας της ανυπαρξίας των άλλων πολιτικών δυνάμεων, αλλά διότι η Νέα Δημοκρατία αποτελεί ξανά το κόμμα εκείνο που με τις αρχές, τη λειτουργία και τα πρόσωπα της δίνει λύσεις. Οι Έλληνες λόγω της προσωπικότητας του πρόεδρου μας και του προγράμματος του, εξαιτίας της στρατηγικής τους, ψήφισαν δύο απανωτές φορές σε εθνική κάλπη το κόμμα μας με θετική διάθεση. Μας επιβράβευσαν.
Σε αντίστοιχη κατάσταση είχαμε ξαναβρεθεί στο παρελθόν. Κάμψη έδειχναν οι μετρήσεις και το 2022 και το 2023 πριν πάμε σε εθνικές εκλογές. Αποδείξαμε όμως τελικά πως το νήμα που μας ενώνει με τον ελληνικό λαό, είναι ισχυρό. Αν λοιπόν αποφύγουμε τα πολλά και προκλητικά μερικές φορές λάθη, αν ξεφύγουμε από την αναποτελεσματικότητα και αν γίνουμε αντίστοιχοι στα έργα με τα λόγια, νομίζω πως μπορούμε να μιλήσουμε ξανά με όρους αυτοδυναμίας. Αν πάλι τα αυτογκόλ επικρατήσουν και κινηθούμε εσωστρεφώς, τότε το αποτέλεσμα θα είναι αρνητικό όχι μόνο για την παράταξη αλλά κυρίως για την πατρίδα μας.