Συνελήφθη για την απόπειρα δωροδοκίας σε δικαστή του Αρείου Πάγου ο Χρήστος Μαυρίκης, μια από τις πιο σκοτεινές και αμφιλεγόμενες φιγούρες της Μεταπολίτευσης, ο άνθρωπος που βρέθηκε στο επίκεντρο του σκανδάλου παρακολουθήσεων πολιτικών προσώπων στα τέλη της δεκαετίας του ’80 – με πιο ηχηρή υπόθεση εκείνη των τηλεφωνικών υποκλοπών του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου.
Η καταγγελία του αεροπαγίτη, με την επιστολή, διαβιβάστηκαν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών για ποινική έρευνα. Ο εισαγγελέας διέταξε κατεπείγουσα προκαταρκτική έρευνα για το αδίκημα της κακουργηματικής δωροδοκίας δικαστή.
Σύμφωνα με την καταγγελία, ο Χρήστος Μαυρίκης επισκέφθηκε στο γραφείο του τον ανώτατο δικαστικό λειτουργό και του έδωσε επιστολή προκειμένου να μεσολαβήσει για θετική έκβαση μιας υπόθεσης.
Στην επιστολή αναφερόταν ο κωδικός αριθμός της αγωγής ενώ παράλληλα σημειωνόταν με έμφαση πως ο ίδιος θα λάβει ως προμήθεια ένα εκατομμύριο ευρώ, αν τελικά εξασφαλιζόταν η θετική έκβαση της υπόθεσης που αφορούσε σε διεκδικήσεις οικοπέδων σε περιοχή της Αττικής. Ο αρεοπαγίτης αντέδρασε αμέσως καταγγέλλοντας την υπόθεση.
Το 1989 ο Χρήστος Μαυρίκης, εν μέσω της πολιτικής θύελλας που έμεινε γνωστή ως «το βρώμικο ’89», κατηγορήθηκε πως διηύθυνε ένα δίκτυο τηλεφωνικών παρακολουθήσεων.
Συνομιλίες υπουργών, πολιτικών αντιπάλων και δημοσιογράφων ηχογραφούνταν συστηματικά. Οι αποκαλύψεις σόκαραν την κοινή γνώμη και πυροδότησαν ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, σε μια περίοδο όπου η Δικαιοσύνη επιχειρούσε να ξεδιαλύνει τα σκάνδαλα Κοσκωτά και Τράπεζας Κρήτης.
Ο ίδιος υποστήριζε ότι ενεργούσε κατ’ εντολή και με την ανοχή υψηλόβαθμων πολιτικών παραγόντων.
Καταδικάσθηκε το 1998 σε πενταετή φυλάκιση για την πολύκροτη υπόθεση της τηλεφωνικής παρακολούθησης πολιτικών.
Πώς ο Χρήστος Μαυρίκης παγίδευσε το τηλέφωνο του Ανδρέα Παπανδρέου
Ήταν ο υπάλληλος του ΟΤΕ που κατήγγειλε στα ΜΜΕ πως είχε παγιδεύσει το σταθερό τηλέφωνο του γραφείου του Ανδρέα Παπανδρέου κατ’ εντολή του στρατηγού, Νίκου Γρυλλάκη, συνεργάτη του τέως πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Έτσι, μπορούσε να ακούσει από το ακουστικό του σπιτιού του κάθε τηλεφωνική συνομιλία του πολιτικού του αντιπάλου.
Εξηγώντας τον τρόπο με τον οποίο πρωταγωνίστησε σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της Μεταπολίτευσης, αποκάλυψε ότι είχε τοποθετηθεί ένας μηχανισμός σε ΚΑΦΑΟ αρκετά κοντά στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ που όχι απλά παγίδευε τις τηλεφωνικές ομιλίες του προέδρου του, αλλά έδινε τη δυνατότητα στον πολιτικό αντίπαλό του, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, να τις ακούει από το σπίτι του.
Τα Μέσα της εποχής, τότε, τον χαρακτήρισαν ως «εθνικό κοριό».
«Η παγίδευση γινόταν μέσα από ΚΑΦΑΟ αλλά και μέσα από διαμερίσματα που νοικιάζαμε τότε. “Τραβάγαμε” τη γραμμή παράλληλα στα διαμερίσματα και βάζαμε εκεί τα μαγνητόφωνα. Είχαμε νοικιάσει 4 έως 5 διαμερίσματα και είχαμε τα τηλέφωνα μόνιμα εκεί» είχε δηλώσει αργότερα σε συνέντευξη που παραχώρησε, προσθέτοντας πως μετά την αποδελτίωση, οι κρίσιμες συνομιλίες δίνονταν στο γραφείο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Μετά την καταγγελία του Χρήστου Μαυρίκη για τους χώρους τοποθέτησης των μηχανισμών παρακολούθησης, έγιναν εκτεταμένοι τεχνικοί έλεγχοι από ειδικά κλιμάκια για να αποδειχθούν αν ισχύουν ή όχι οι ισχυρισμοί του. Το πόρισμα των ελέγχων της επιτροπής που επιβεβαίωσαν τις παρεμβάσεις συζητήθηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο στις 16 Ιουνίου 1994.
Σύμφωνα με την έρευνα, διαπιστώθηκε πως παρακολουθήθηκαν τα τηλέφωνα, όχι μόνο του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και του Μιλτιάδη Έβερτ, του Γεράσιμου Κουρή, του Γεωργίου Ράλλη, των γραφείων του ΠΑΣΟΚ στη Χαριλάου Τρικούπη και του Αντώνη Λιβάνη.
Η αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών προκάλεσε ένα τεράστιο κύμα αντιδράσεων και αλληλοκατηγοριών που συνεχίστηκαν για χρόνια. Από τη μία βρισκόταν ο Χρήστος Μαυρίκης που κατηγορούσε την κυβέρνηση Μητσοτάκη πως εκείνη του έδινε εντολές για το ποια τηλέφωνα να παγιδεύσει και από την άλλη ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος έριχνε την ευθύνη εξ ολοκλήρου πάνω του.
Ο υπάλληλος του ΟΤΕ τελικά οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, καθώς κρίθηκε ένοχος από το Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας για απόπειρα εκβίασης σε βαθμό κακουργήματος, παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και παράνομη βία, με την ποινή φυλάκισης να φτάνει τα πέντε χρόνια.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραπέμφθηκε, αλλά τελικά, ύστερα από απόφαση του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου δεν έφτασε ποτέ σε ειδικό δικαστήριο, επικαλούμενος λόγους πολιτικής ομαλότητας.