Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Το ερώτημα επανέρχεται κατά περιόδους από τις αρχές της δεκαετίας του 1990: «Είναι εφικτή η συνταγματική μεταβολή και κατ΄ επέκταση η ουσιαστική όσον αφορά στην άρση του καθεστώτος μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων;». Απερίφραστα «ΟΧΙ» διότι δεν πρόκειται ποτέ να συναινέσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης για να συγκεντρωθεί η απαιτούμενη αυξημένη πλειοψηφία των 180 ψήφων ώστε να αναθεωρηθεί το επίμαχο άρθρο 103 του Συντάγματος.
Μπορεί όμως στην επικείμενη συζήτηση να εισαχθούν προτάσεις συσχετισμού της μονιμότητας με την αξιολόγηση, την εκπαίδευση, τις ψηφιακές δεξιότητες και τη βελτίωση της αποδοτικότητας ώστε να αναδειχθεί η ανάγκη εκσυγχρονισμού του Δημοσίου χωρίς να θιγεί το δικαίωμα της εργασίας. Η επίκληση μάλιστα των γκάλοπ που θέλουν την κοινή γνώμη να συναινεί στη συγκεκριμένη αλλαγή μετριάζει το πολιτικό κόστος και ωθεί την κυβέρνηση στην ανάληψη πρωτοβουλιών.
Χατζηδάκης
«Δεν βρισκόμαστε στον 19ο αιώνα και στην εποχή της πλατείας Κλαυθμώνος. Είμαστε η Ελλάδα της Ευρώπης και του 21ου αιώνα. Έννοιες όπως αξιολόγηση, αξιοκρατία και λογοδοσία στη δημόσια διοίκηση θα πρέπει να μας απασχολούν ουσιαστικά. Η Νέα Δημοκρατία συνολικά, αλλά και ο πρωθυπουργός, θα τοποθετηθούν ενόψει της Συνταγματικής αναθεώρησης», αναφέρει σε όλους τους τόνους ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ο οποίος θα αναλάβει το βάρος εφαρμογής και αυτής της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας.
Υπενθυμίζει δε ότι έχουν γίνει αρκετά βήματα και ότι από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν απολυθεί για λόγους ανεπάρκειας περίπου 1.000 δημόσιοι υπάλληλοι. «Αυτό που θεωρείτο και ήταν ταμπού για πολλά χρόνια, έσπασε. Επιπλέον, αυτοί που παίρνουν άριστα δεν είναι το 95% και παραπάνω, όπως γινόταν με την αξιολόγηση επί ΣΥΡΙΖΑ. Τα ποσοστά έχουν πέσει πάρα πολύ και η αξιολόγηση ανταποκρίνεται στην εικόνα που έχει ο μέσος άνθρωπος για τη δημόσια διοίκηση. Η οποία έχει πράγματι πολλούς πολύ καλούς υπαλλήλους και άλλους οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται τόσο καλά στα καθήκοντά τους», σημειώνει.
Το Σύνταγμα
Κατά τις επιστημονικές αναφορές ο συντακτικός νομοθέτης προστατεύει από το 1911 τη θέση του δημοσίου υπαλλήλου, όμως δεν απαγορεύει στη νομοθετική λειτουργία ή δεν της αφαιρεί το φυσικό της δικαίωμα με νομοθετικά μέτρα να καταργήσει μεμονωμένες θέσεις ή ολόκληρες υπηρεσίες και φορείς του Δημοσίου, αποσκοπώντας στην αναδιοργάνωση και την αναδιάρθρωση του τελευταίου. Πάνω σε αυτό το δεδομένο βασίστηκε και η σειρά αλλαγών που επήλθε στο δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων.
Έτσι λοιπόν, με τον νόμο 4093/2012 επετράπη α) η μετάταξη μόνιμων πολιτικών υπαλλήλων και υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν σε υπηρεσίες, κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των ανεξάρτητων αρχών, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και β) η μεταφορά υπαλλήλων των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο δημόσιο τομέα σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών, «ιδίως στις περιπτώσεις που οι ανάγκες αυτές προκύπτουν λόγω μεταβολής των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών και των συναφών δραστηριοτήτων τους, όταν διαπιστώνεται μετά τη διενέργεια αξιολόγησης πλεονάζον προσωπικό ή για την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού». Επίσης στον ίδιο νόμο προβλέπεται ότι «μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού οι θέσεις των οποίων καταργούνται, τίθενται σε διαθεσιμότητα».
Κατάργηση θέσεων
Αλλαγές όμως στο δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων επήλθαν και με το νόμο 4172/2013. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 90 ορίζεται ότι «επιτρέπεται να καταργούνται θέσεις ανά κατηγορία, κλάδο ή και ειδικότητα σε υπουργεία, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου , σε εκτέλεση σχετικών αποφάσεων του Κυβερνητικού Συμβουλίου, μετά από τεκμηρίωση που στηρίζεται σε εκθέσεις αξιολόγησης δομών και σχέδια στελέχωσης».
Κινητικότητα
Όσον δε για την κινητικότητα, από το 2012 ορίζεται ότι: «Επιτρέπεται: α) η μετάταξη μόνιμων πολιτικών υπαλλήλων και η μεταφορά υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν σε υπηρεσίες, κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των ανεξάρτητων αρχών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και β) η μεταφορά υπαλλήλων που διατηρούν τη δημοσιοϋπαλληλική τους ιδιότητα των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο δημόσιο τομέα σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. όταν επιβάλλεται από το συμφέρον της υπηρεσίας υποδοχής, ιδίως για την κάλυψη άμεσων υπηρεσιακών αναγκών και την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού».
Αντιδράσεις
Από την πλευρά τους οι δημόσιοι υπάλληλοι αντιδρούν υπογραμμίζοντας ότι η στόχευση θα πρέπει να κινηθεί αντίθετα. Εν προκειμένω ο πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ Δημ. Μπράτης δηλώνει : «Το ότι σήμερα λείπει το 40 έως 50% του προσωπικού σε όλα τα υπουργεία, στον ΕΦΚΑ, στα Νοσοκομεία, στην Εκπαίδευση παντού δεν τους απασχολεί. Το ότι η χώρα μας κατέχει την πρώτη θέση στην πολυνομία και στις εφαρμοστικές εγκυκλίους -1350 βγήκαν πέρυσι μόνο από την ΑΑΔΕ- σε όλη την Ευρώπη, είναι για τους κυβερνώντες άνευ σημασίας. Μας λένε δηλαδή ότι αν οι κομματικοί μετακλητοί υπάλληλοι, που προσλαμβάνουν χωρίς άλλα κριτήρια, παρά μόνο κομματικά, οι εκάστοτε υπουργοί-κι έχουν αυξηθεί κατακόρυφα την τελευταία εξαετία-πολλαπλασιαστούν και γενικευθούν, η Δημόσια Διοίκηση θα πηγαίνει καλύτερα. Αστεία πράγματα… Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα βρουν κανένα σύμμαχο».