Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
«Το μόνο βέβαιο είναι ότι έχει τσιγκελωτό μουστάκι. Πάντα τέτοιο είχε. Τα υπόλοιπα τα μάθαμε με τον καιρό» έλεγαν οι αστυνομικοί όταν τον συνέλαβαν για τα «παγιδευμένα καφάο» . Τριάντα χρόνια μετά ο Χρήστος Μαυρίκης διανύει την ένατη δεκαετία της ζωής του παρά ταύτα εξακολουθεί να προετοιμάζει την επόμενη κίνηση του, πότε ως «κοριός», άλλοτε ως μεσίτης ή ως επιχειρηματίας και τώρα -για πολλοστή φορά- ως κατηγορούμενος.
Είχε προηγηθεί καταγγελία από Αεροπαγίτη ότι είχε λάβει μια επιστολή από τον κατηγορούμενο με την οποία του ζητούσε να παρέμβει για επαγγελματική του υπόθεση έναντι οικονομικού ανταλλάγματος. Μετά την καταγγελία διατάχθηκε κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση για το αδίκημα της δωροδοκίας δικαστή, αναζητήθηκε και συνελήφθη με τη διαδικασία του αυτοφώρου. Ο Χρήστος Μαυρίκης αντιμετωπίζει το συγκεκριμένο κακουργηματικό αδίκημα και όχι της απόπειρας δωροδοκίας δικαστή καθώς σύμφωνα με το άρθρο 237 παράγραφος 2 του Ποινικού Κώδικα, εφόσον η απόπειρα δωροδοκίας αφορά δικαστή, τότε αυτομάτως θεωρείται ότι το αδίκημα της δωροδοκίας είναι τετελεσμένο και κατά συνέπεια είναι καθαρή δωροδοκία. Και αυτό γιατί μόνο η υπόσχεση προς δικαστή, εκλαμβάνεται ως τετελεσμένο γεγονός και όχι ως απόπειρα.
Από το 1993
Το άστρο του πρωτοέλαμψε τον Απρίλιο του 1993 όταν κατήγγειλε πως τον είχαν βάλει από την κυβέρνηση να παγιδεύσει το σταθερό τηλέφωνο του γραφείου του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και πολλών άλλων πολιτικών προσώπων. Η υπόθεση αφορούσε την παράνομη παρακολούθηση πολιτικών αντιπάλων της τότε κυβέρνησης, στελεχών της κυβέρνησης και άλλων προσώπων, που είχε ξεκινήσει ήδη από το 1987. Τα όσα ισχυρίστηκε προκάλεσαν πολιτικό σεισμό, οδηγώντας στη σύσταση προανακριτικής επιτροπής το 1994.
Οι καταγγελίες επιβεβαιώθηκαν από τεχνικές έρευνες στα ΚΑΦΑΟ του ΟΤΕ και η υπόθεση παρουσιάστηκε από τον τότε Τύπο ως σύμβολο της διαπλοκής και της παραβίασης θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων, με έντονη κριτική για την έλλειψη διαφάνειας και τη χρήση των παρακολουθήσεων ως εργαλείο. Τελικά, θα οδηγηθεί στις φυλακές καθώς κρίθηκε ένοχος από το Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας για απόπειρα εκβίασης σε βαθμό κακουργήματος, παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και παράνομη βία. Σημειώνεται ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε ζητήσει να παραπεμφθούν σε δίκη προκειμένου να αποδείξουν ότι Μαυρίκης και Τόμπρας λειτουργούσαν για λογαριασμό του ΠΑΣΟΚ ωστόσο η Προανακριτική δεν προχώρησε έπειτα από παρέμβαση του Παπανδρέου.
Παρελθόν
Τον πρώτο καιρό της Μεταπολίτευσης εξαφανίστηκε κι επανήλθε ως νέος υπάλληλος του ΟΤΕ μετά το ’81 όταν πια διευθυντής του οργανισμού ήταν ο Φάνης Τόμπρας. Εκείνος είχε χαθεί νωρίτερα, όταν αμνηστεύθηκε τον Δεκέμβριο του 1967 από τους Χουντικούς λίγες μέρες μετά το αποτυχημένο βασιλικό αντι-κίνημα. Γνωστός στους πολιτικοστρατιωτικούς κύκλους ο Τόμπρας, ήταν απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων και υπηρετούσε στην ΚΥΠ όταν κατηγορήθηκε και τελικώς καταδικάστηκε- παραμονές του πραξικοπήματος – με 5 ακόμη συναδέλφους του σε κάθειρξη 18 ετών –για συμμετοχή στην παραστρατιωτική οργάνωση ΑΣΠΙΔΑ του Ανδρέα Παπανδρέου. Χρόνια αργότερα, στο «βρώμικο ‘89», λεγόταν ότι «ο Χρήστος με τον Πανταζή «άκουγαν» τον Παττακό και τον Μακαρέζο για λογαριασμό του Τόμπρα που ενημέρωνε τον Ανδρέα στο εξωτερικό». Ψιθυριζόταν όμως κι ότι έστελναν δεύτερο ραπόρτο στους κοντοχωριανούς τους, τον Παπαδόπουλο και τον Ρουφογάλη. Θολά πράγματα που ουδέποτε διαψεύστηκαν. Ο δε Πανταζής Χρονόπουλος, αστυνομικός του Ευάγγελου Γιαννόπουλο και μετέπειτα δήμαρχος Ζαχάρως Ηλείας (απεβίωσε το 2024) είχε συλληφθεί με τον Μαυρίκη για τις υποκλοπές και παρέμεινε προφυλακισμένος για 2 μήνες. Κατάγονταν από το ίδιο μέρος αποτελώντας αναπόσπαστο δίδυμο στην κλαδική του ΠΑΣΟΚ Περιστερίου.