Σε εξέλιξη βρίσκεται αυτή την ώρα η παρέμβαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, με αφορμή τη συζήτηση και ψήφιση του νέου νομοσχεδίου του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας.
Το νέο πλαίσιο επιφέρει ουσιαστικές τροποποιήσεις, καθώς προβλέπει αυστηρότερες κυρώσεις για συγκεκριμένες παραβάσεις του ΚΟΚ, ενώ εισάγει και τον θεσμό της υποτροπής, με στόχο την αποτροπή της επαναλαμβανόμενης επικίνδυνης οδήγησης.
Μέσα από την τοποθέτησή του, ο πρωθυπουργός επιδιώκει να υπογραμμίσει τη σημασία που αποδίδει η κυβέρνηση στην οδική ασφάλεια και τη μείωση των τροχαίων δυστυχημάτων — ένα ζήτημα που έχει τεθεί ψηλά στην κυβερνητική ατζέντα.
Στην έναρξη της ομιλίας του, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στα συνεχή τροχαία δυστυχήματα, που σημειώνονται στη χώρα μας, με αιτία τη μέθη, τη χρήση κινητού και την παραβίαση του κόκκινου σηματοδότη. «Είμαστε στις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη σε νεκρούς από τροχαία δυστυχήματα. Όμως δυστυχώς, η τάση είναι ανοδική. Και σε κάποιες περιφέρειες της πατρίδας μας, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Σήμερα καλούμαστε σε μια επιλογή ευθύνης», τόνισε.
Ο νέος ΚΟΚ, ανέφερε, ρυθμίζει σε τελείως νέα βάση το καθεστώς των παραβάσεων, με αυστηρότερες κυρώσεις και ποινές που αντιστοιχούν στην επικινδυνότητα, διακρίνοντας την πρώτη παράβαση από την επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά.
Δύο βασικές παράμετροι του νέου ΚΟΚ είναι η αυστηρότητα κατά την υποτροπή σε ένα αδίκημα, αλλά και η τιμωρία του οδηγού και όχι του οχήματος, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει μέχρι σήμερα. Παράλληλα, αυστηροποιείται ιδιαίτερα το ποινικό πλαίσιο σε περίπτωση που κάποιος προκαλέσει θανατηφόρο τροχαίο δυστύχημα, ιδίως αν διαπιστωθεί ότι δεν φέρει δίπλωμα.
Με βάση τις πρόνοιες του νέου ΚΟΚ, αν κάποιος ξεπεράσει το όριο ταχύτητας κατά 50χλμ. την πρώτη φορά θα πληρώσει πρόστιμο 700€ και του αφαιρεθεί το δίπλωμα για 60 ημέρες, ενώ για την τρίτη φορά που θα υποπέσει στην ίδια παράβαση το πρόστιμο θα φτάσει τις 2000 ευρώ και η αφαίρεση διπλώματος τα 2 έτη. Για τους οδηγούς που προκαλούν θανατηφόρα τροχαία η ποινή μπορεί να φτάσει τα 10-20 χρόνια και αν πρόκειται για πολύνεκρο τροχαίο, την ισόβια κάθειρξη.