Δημοσιεύτηκε στην ψηφιακή εφημερίδα Ipaper
του Δημήτρη Κυριακόπουλου
Ένας από τους κορυφαίους στόχους της δεύτερης θητείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, τον οποίο έθεσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός πριν από τις προηγούμενες εκλογές, είναι το 2027 ο μέσος μισθός (μικτά) να ανέλθει στα 1.500 ευρώ και ο κατώτατος στα 950 ευρώ.
Όσον αφορά τον κατώτατο η φετινή αύξησή του στα 880 ευρώ φέρνει κοντά την επίτευξη του στόχου στο τέλος της τετραετίας. Ωστόσο, για τον μέσο μισθό υπάρχει μεγαλύτερη απόσταση να διανυθεί, καθώς αφενός χρειάζονται 158 ευρώ ακόμα μέχρι τα 1.500 (σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ το 2024 ήταν στα 1.342 ευρώ με αύξηση 7,2% σε σχέση με το 2023) και αφετέρου από τις αποφάσεις των εργοδοτών και όχι της κυβέρνησης εξαρτάται το πόσο θα ανέβουν οι αμοιβές των εργαζομένων. Επιπλέον, η αναμενόμενη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα είναι καθοριστική για τον τελικό μέσο όρο, αφού γύρω στο 22% των εργαζομένων αμείβεται με αυτόν.
Με αυτά τα δεδομένα η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να ενεργοποιήσει τον μοχλό διεύρυνσης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, για να επιτευχθούν όσο το δυνατόν μεγαλύτερες μισθολογικές αυξήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας διεμήνυσε προ ημερών: «Στόχος μας είναι να κάνουμε τις απαραίτητες τροποποιήσεις στη νομοθεσία, στις διαδικασίες και στην κουλτούρα, ώστε να δημιουργήσουμε το κατάλληλο περιβάλλον για την άνθηση του κοινωνικού διαλόγου και την υπογραφή περισσότερων συλλογικών συμβάσεων».
Το παράδειγμα των τραπεζών
Ενδεικτική, του κομβικού ρόλου των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, είναι η προσφάτως συμφωνηθείσα για τους τραπεζοϋπαλλήλους, η οποία προέκυψε μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις ΟΤΟΕ και τραπεζών.
Η ΟΤΟΕ αναφέρει για τα προβλεπόμενα από τη νέα κλαδική ΣΣΕ 2025 – 2027 (την χαρακτηρίζει ιστορική):
- Διασφαλίζει τις κλαδικές αποδοχές από τον πληθωρισμό των ετών 2025, 2026 και 2027 (βάσει του εναρμονισμένου ΔΤΚ), με εμπροσθοβαρείς μάλιστα αυξήσεις το 2025, που σωρευτικά στην 3ετή διάρκεια ισχύος της σύμβασης ξεπερνούν το 8% (8,25%).
- Θεσμοθετεί την καταβολή σε όλους τους εργαζόμενους από το 2026 και εφεξής μισού κλαδικού μηνιαίου μισθού (αθροιστικά βασικός μισθός Ε.Μ. συν τα κλαδικά επιδόματα) ως νέα κλαδική παροχή για τα αποτελέσματα προηγούμενης χρήσης των τραπεζών. Ο μισός αυτός μισθός αποτελεί συλλογικά συμφωνημένη κλαδική παροχή και δεν συμψηφίζεται με τυχόν υπέρτερες αποδοχές. Τελεί υπό την προϋπόθεση ότι οι τράπεζες που απασχολούν το 70% και άνω των εργαζόμενων του κλάδου θα διανείμουν μέρισμα στους μετόχους υπό οποιαδήποτε μορφή (συμπεριλαμβανομένης της επιστροφής κεφαλαίου, αγοράς ιδίων μετοχών κ.λπ.).
«Επομένως, οι ανωτέρω κλαδικές αυξήσεις μαζί με τον νέο μισό κλαδικό μηνιαίο μισθό (+3,6% επί των κλαδικών αποδοχών), που θα καταβάλλεται από το 2026 και εφεξής, ανέρχονται συνολικά σε ποσοστό 12% στην 3ετία. Αυτό το ποσοστό είχαμε πολλά χρόνια να το δούμε σε συμφωνία κλαδικής ΣΣΕ, ακόμη και τη «χρυσή» περίοδο για τις τράπεζες πριν τα μνημόνια.
Υπενθυμίζεται, πως μετά το ξεπάγωμα από το 2024 της πολυετίας, οι εργαζόμενοι του κλάδου θα έχουν στην τρέχουσα 3ετία πρόσθετη αύξηση των συμβατικών αποδοχών τους κατά 5,6% (1,85% για κάθε έτος)», προσθέτει η Ομοσπονδία Τραπεζοϋπαλληλικών Οργανώσεων Ελλάδας.
Συλλογική σύμβαση εργασίας στο μέταλλο
Ακόμη, ο ΣΕΒ και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (ΠΟΕΜ) υπέγραψαν τη συλλογική σύμβαση εργασίας για τον κλάδο του μετάλλου για τα έτη 2025-2026, την Πέμπτη 19 Ιουνίου. Η σύμβαση, μονοετούς διάρκειας, καλύπτει τους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις παραγωγής και επεξεργασίας μετάλλων όλης της χώρας.
Η σύμβαση αποτελεί την πρώτη συλλογική σύμβαση εργασίας στη βιομηχανία μετάλλου μετά από 13 χρόνια. Σύμφωνα με τα κύρια σημεία της:
- Το πεδίο εφαρμογής αφορά το εργατοτεχνικό προσωπικό των επιχειρήσεων παραγωγής μετάλλου (μηχανοτεχνίτες, τεχνίτες, ειδικευμένοι εργάτες)
- Προβλέπεται εκ νέου ο ορισμός των εισαγωγικών κλιμακίων για τις ειδικότητες των εργαζομένων που καλύπτει η σύμβαση
- Αύξηση των εισαγωγικών κλιμακίων από 1η Ιανουαρίου 2026 που κυμαίνεται από 4,0% έως 6,7% , 6 τριετίες επί 5% για τους ημερομισθίους και 3 τριετίες επί 10% για τους μισθωτούς
- Χορήγηση επιδόματος ειδικών συνθηκών για συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων από 10% έως 20% αντίστοιχα καθώς και επίδομα εργοδηγών 3,5€ την ημέρα για τους ημερομισθίους και 70€ αντίστοιχα για τους μισθωτούς.
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΣΕΒ, κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, υπογράμμισε ότι «στον ΣΕΒ πιστεύουμε βαθύτατα ότι οι κλαδικές συμβάσεις εργασίας πρέπει να είναι το αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης και συμφωνίας των μερών, βάσει τεκμηριωμένων πάντα δεδομένων. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΕΒ επιδίωξε και πέτυχε τη σύναψη της συλλογικής σύμβασης εργασίας, με αμοιβαία οφέλη για τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις, πάντα με γνώμονα τις ανάγκες και αντοχές των επιχειρήσεων μελών του αλλά και τα αιτήματα των εργαζομένων ενός πολύ σημαντικού κλάδου για την οικονομία της χώρας, ο οποίος, ταυτόχρονα παρουσιάζει μεγάλη έκθεση στον διεθνή ανταγωνισμό».
Σημειώνεται, ότι ο κλάδος παραγωγής βασικών μετάλλων και μεταλλικών προϊόντων έχει σημαντική παρουσία στα οικονομικά μεγέθη της χώρας. Παράγει το 13,8% της προστιθέμενης αξίας της μεταποίησης και απασχολεί περίπου 65 χιλιάδες εργαζόμενους. Οι επενδύσεις του κλάδου καταγράφουν μέση ετήσια αύξηση 10% από το 2019, πλησιάζοντας τα 500 εκ. € το 2023. Πρόκειται για έναν από τους πιο εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Οι εξαγωγές του το 2024 ξεπέρασαν τα €5 δισ. και αποτέλεσαν το 14,4% του συνόλου των εξαγωγών αγαθών πλην καυσίμων. Επίσης, παρουσιάζει υψηλή ένταση κεφαλαίου και υψηλή παραγωγικότητα εργασίας – χαρακτηριστικά που αποτελούν ζητούμενο για τον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας.
Ένας στους τρεις εργαζομένους καλύπτεται από ΣΣΕ
Αξίζει να σημειωθεί, ότι σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ και της εταιρείας Alco μόλις 29% των εργαζομένων που ρωτήθηκαν δήλωσε ότι καλυπτόταν τον Μάρτιο του 2025 από κάποια μορφή συλλογικής σύμβασης στην εργασία του. Επιβεβαιώθηκε έτσι για ακόμη μια φορά η παγίωση της τάσης (σ.σ. το έναυσμα δόθηκε κατά τη μνημονιακή περίοδο) που κατατάσσει τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ-27 σε ό,τι αφορά τα ποσοστά κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις.
Στην ίδια έρευνα προέκυψε ότι οι εργαζόμενοι στη συντριπτική τους πλειονότητα (86%) υποστηρίζουν την καθολική κάλυψη του προσωπικού και την υποχρεωτική ισχύ για όλες τις επιχειρήσεις των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Παράλληλα, το 83% θεωρεί ότι οι συλλογικές συμβάσεις αποτελούν σημαντικό παράγοντα προστασίας των εργαζόμενων και επίτευξης ισότιμων συνθηκών εργασίας.