Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
Συνέντευξη στη Μάρθα Λεκκάκου
«Κανείς πολίτης δεν θα πληρώσει ούτε ένα ευρώ για εκείνους που παρανόμησαν», δηλώνει στην Today Press, o Υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Κώστας Κατσαφάδος.
Εν μέσω θέρους και με τις πρώτες καταστροφικές πυρκαγιές να αποτελούν ήδη γεγονός, ο Υφυπουργός σημειώνει πως: «η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών ενισχύει την ικανότητά μας να προλαμβάνουμε και να αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Η χρήση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης, η ανάπτυξη εφαρμογών για την ενημέρωση των πολιτών και η αξιοποίηση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο μπορούν να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των δράσεών μας.»
Κύριε Υφυπουργέ, η επικαιρότητα από μόνη της οδηγεί στην πρώτη ερώτηση: Σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ με τις εικονικές δηλώσεις αγροτικών εκτάσεων. Υπουργός και υφυπουργοί παραιτήθηκαν, αντικαταστάθηκαν και η έρευνα από την ευρωπαϊκή εισαγγελία συνεχίζεται. Το σχόλιό σας.
Στο θέμα ΟΠΕΚΕΠΕ έχουμε μπροστά μας ως κυβέρνηση έναν δρόμο. Να αναζητήσουμε όλους όσοι εισέπραξαν παρανόμως τις επιδοτήσεις και να προχωρήσουμε στις νόμιμες διαδικασίες για την επιστροφή τους. Το έχει πει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και αυτό θα γίνει και αυτό είναι το μείζον: κανείς πολίτης δεν θα πληρώσει ούτε ένα ευρώ για εκείνους που παρανόμησαν. Πρέπει να σας πω όμως, χωρίς αυτό σε καμία περίπτωση να αποτελεί συμψηφισμό, πως το θέμα της διαχείρισης των αγροτικών επιδοτήσεων αποτελεί μία διαχρονική παθογένεια για την οποία κανείς δεν μπορεί να νιώθει περήφανος. Παρά τη διαχρονικότητα και τη διακοσμητικότητα του προβλήματος, η κυβέρνηση αναγνώρισε και ανέλαβε τις πολιτικές ευθύνες που της αναλογούν. Από τον Σεπτέμβριο του 2024 θέσαμε τον ΟΠΕΚΕΠΕ σε “εποπτεία” σε συνεργασία με τις ευρωπαϊκές αρχές, και εφαρμόζουμε ένα σχέδιο δράσης 45 σημείων για τη συνολική εξυγίανση του Οργανισμού. Αποφασίσαμε την υπαγωγή του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ανεξάρτητη φορολογική διοίκηση για πραγματικές διασταυρώσεις και προχωρήσαμε σε αλλαγή διοίκησης με έμπειρα στελέχη αδιαμφισβήτητης αξιοπιστίας. Ταυτόχρονα, παραδίδουμε εντός της τρέχουσας θητείας μας πλήρες Kτηματολόγιο, δασικούς χάρτες, διαχειριστικά σχέδια βόσκησης και σύγχρονο μητρώο κτηνοτρόφων – όλα αυτά τα εργαλεία που έλειπαν διαχρονικά και επέτρεπαν να γίνονται εικονικές δηλώσεις. Παράλληλα με τη δουλειά της Δικαιοσύνης θα μπουν γρήγορα από την κυβέρνηση στον ψηφιακό κόσμο μια σειρά από υπηρεσίες και πέραν του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπως οι Πολεοδομίες και τα Τελωνεία. Όσο περισσότερο ψηφιοποιείται το ελληνικό κράτος τόσο περισσότερο φαινόμενα σαν του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν θα υπάρχουν. Αυτός είναι ο στόχος μας.
Συχνά ακούμε παράπονα για μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή αποζημιώσεων μετά από φυσικές καταστροφές. Ποια είναι η πραγματική εικόνα σήμερα;
Το τελευταίο διάστημα προσπαθούμε να κλείσουμε υποθέσεις, τρέχουμε πιο γρήγορα τις διαδικασίες αποκατάστασης με ένα πιο αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Προσπαθούμε να θέσουμε τέλος στις δυσλειτουργίες που δημιουργεί η νοοτροπία της τελευταίας στιγμής, η οποία συνοδεύεται πάντα με τη φράση ” δεν πειράζει, θα δώσουν παράταση”. Πρόκειται για έναν μηχανισμό συγκεκριμένης παρακολούθησης, όπου ο κάθε Δήμος προχωράει της διαδικασίες και αν δεν υπάρχει συγκεκριμένη αιτιολόγηση προφανώς δεν παίρνει και την παράταση. Παράλληλα, αντιμετωπίζουμε ζητήματα γραφειοκρατικής ομηρίας τα οποία λύνουμε. Για παράδειγμα ζητείται από έναν πολίτη, το σπίτι του οποίου έχει καταστραφεί, να προσκομίσει συμβόλαιο ιδιοκτησίας προκειμένου να λάβει οικονομική ενίσχυση, όταν το ακίνητο δεν είναι καθαρό, δεν υπάρχει συμβόλαιο ή είναι πολλοί οι δικαιούχοι ή οι κληρονόμοι δεν έχουν κάνει αποδοχή κληρονομιάς δημιουργώντας ένα δυσλειτουργικό πλαίσιο. Είμαι σε θέση να σας πω ότι τα θέματα αυτά βαίνουν προς λύση. Και επιτρέψτε μου να σας πω και κάτι ακόμα που το λέω πάντα: Η κλιματική κρίση δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει άλλοθι, αλλά κινητήριος δύναμη. Είναι μια πραγματικότητα που μας επιβάλλει να αλλάξουμε τον τρόπο που σχεδιάζουμε, να προσαρμόσουμε τις δυνάμεις μας, να επενδύσουμε περισσότερο στην πρόληψη και την τεχνολογία και να εκπαιδευτούμε καλύτερα ως πολίτες.
Η κρατική αρωγή εξαρτάται συχνά από ταχύτατη συνεργασία με δήμους και περιφέρειες. Υπάρχει ενιαίο πρωτόκολλο δράσης για την καταγραφή ζημιών και την έναρξη αποζημιώσεων;
Το πλαίσιο της κρατικής αρωγής εξελίσσεται συνεχώς έτσι ώστε το κράτος να μπορέσει, όσο πιο γρήγορα γίνεται, και προς εκεί που υπάρχει ανάγκη, να σταθεί αρωγός σε πολίτες και περιοχές μετά από μία φυσική καταστροφή. Και, φυσικά, στόχος μας είναι να οργανώσουμε καλύτερα και να βελτιώσουμε τη συνεργασία με τις Περιφέρειες. Και αυτό διότι οι υπηρεσίες των Περιφερειών είναι αυτές που κάνουν τους ελέγχους, καταλήγουν στις εκτιμήσεις και αποστέλλουν τα στοιχεία στην κεντρική υπηρεσία. Και η κεντρική υπηρεσία προχωρά στην πληρωμή. Όσο, λοιπόν, ταχύτερη και πιο ολοκληρωμένη είναι η καταγραφή των επίσημων στοιχείων , τόσο πιο γρήγορα προχωρούν και οι πληρωμές. Προσφάτως φέραμε κάποιες νέες ρυθμίσεις στο πλαίσιο όπου κηρύσσεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης ένας Δήμος. Δίνουμε στη Δημοτική Αρχή τρεις μήνες πλέον και όχι ένα μήνα. Το διάστημα είναι επαρκές προκειμένου να γίνει ο σχεδιασμός και η αποκατάσταση σε κάποια άμεσα ζητήματα και εφόσον υπάρξει ανάγκη περαιτέρω παράτασης της κατάστασης ανάγκης, να δοθεί με αιτιολογημένο τρόπο. Δεν πρέπει όμως να φτάσουμε σε μία κατάσταση, που υπάρχουν Δήμοι που για τρία τέσσερα ή και πέντε χρόνια βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Δηλαδή το έκτακτο δεν είναι κανονικότητα. Είναι αυτό που σας είπα και πριν και το επαναλαμβάνω και σε αυτήν την περίπτωση: Η κλιματική κρίση άλλαξε ριζικά τη νοοτροπία και την προσέγγιση της Κρατικής Αρωγής, κάνοντάς την πιο οργανωμένη και συντονισμένη. Ο κάθε φορέας που είναι αρμόδιος για την Αποκατάσταση πρέπει να ξέρει πως ενεργεί, ποιος είναι ο τομέας της ευθύνης του και επομένως να υπάρχει συντονισμός σε όλη αυτή την προσπάθεια. Με την Κρατική Αρωγή, το κράτος είναι δίπλα στον πολίτη, από την πρώτη στιγμή με προ-αποζημιώσεις, αυτοψίες και αποκαταστάσεις.
Έχετε πει ότι η κρατική αρωγή δεν πρέπει να είναι απλώς “πυροσβεστική”, αλλά και εργαλείο ενίσχυσης της ανθεκτικότητας. Πώς μπορεί ο μηχανισμός αποζημιώσεων να μετατραπεί σε μοχλό πρόληψης — για παράδειγμα με κριτήρια αποκατάστασης που προάγουν την ανθεκτικότητα σε επόμενες καταστροφές;
Η λέξη «ανθεκτικότητα» έχει αποκτήσει ευρεία χρήση τα τελευταία χρόνια, από την κλιματική αλλαγή, έως την αστική ανάπτυξη. Αναφέρεται στην ικανότητα ενός συστήματος, κοινότητας ή ατόμου να αντέχει, να προσαρμόζεται και να ανακάμπτει από δυσμενείς καταστάσεις ή πιέσεις. Η αυξανόμενη συχνότητα φυσικών καταστροφών και η ανάγκη για βιώσιμη ανάπτυξη έχουν καταστήσει την έννοια της ανθεκτικότητας κεντρικό θέμα σε παγκόσμιες συζητήσεις και στρατηγικές. Και φυσικά αυτό ισχύει και στην περίπτωση της κρατικής αρωγής, καθώς η κλιματική κρίση δεν είναι πλέον μια μελλοντική απειλή· είναι μια παρούσα πραγματικότητα που επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Η ανθεκτικότητα των πόλεων μας είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία των πολιτών, των περιουσιών τους και του φυσικού μας πλούτου. Για να επιτύχουμε αυτούς τους στόχους, απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση που περιλαμβάνει την πρόληψη, την προετοιμασία, την αντίδραση και την αποκατάσταση. Η δημιουργία μιας ευρύτερης κουλτούρας ανθεκτικότητας είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής κρίσης. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενισχύσουμε την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση των πολιτών, ώστε να είναι προετοιμασμένοι και να γνωρίζουν πώς να αντιδράσουν σε περίπτωση καταστροφής. Η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών ενισχύει την ικανότητά μας να προλαμβάνουμε και να αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Η χρήση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης, η ανάπτυξη εφαρμογών για την ενημέρωση των πολιτών και η αξιοποίηση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο μπορούν να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των δράσεών μας. Επιπλέον, η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης και των μεγάλων δεδομένων στη διαχείριση των κινδύνων μπορεί να προσφέρει πολύτιμα εργαλεία. Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας των πόλεών μας δεν είναι απλώς μια τεχνική πρόκληση· είναι μια ηθική υποχρέωση προς τους πολίτες μας και τις μελλοντικές γενιές. Απαιτεί τη συνεργασία όλων των επιπέδων διακυβέρνησης, του ιδιωτικού τομέα, της ακαδημαϊκής κοινότητας, της τοπικής αυτοδιοίκησης και κυρίως, των ίδιων των πολιτών.