Ο φετινός κύκλος του Big Brother ολοκληρώθηκε με τον Χρήστο Ντεντόπουλο να αναδεικνύεται μεγάλος νικητής, κατακτώντας όχι μόνο το πολυπόθητο έπαθλο, αλλά και την καρδιά του κοινού.
Ο φιναλίστ του Big Brother, το βράδυ της Κυριακής 27 Ιουλίου, εξασφάλισε τη μεγαλύτερη βαθμολογία από την ψηφοφορία του κοινού, κερδίζοντας το χρηματικό έπαθλο των 100.000 ευρώ.
Ο ίδιος πήρε την απόφαση να συμμετάσχει στο ριάλιτι, όχι μόνο για να διεκδικήσει το έπαθλο αξίας 100.000 ευρώ, αλλά και γιατί βλέπει τη συγκεκριμένη εμπειρία σαν ένα διάλειμμα από την καθημερινότητά του. Ο Χρήστος Ντεντόπουλος είναι σαράντα ετών και μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στην Αθήνα, στην οποία ζει με τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά του και εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος, και τη Λακκόπετρα Αχαΐας, όπου ασχολείται με αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες. Έγινε γνωστός στα social media τον τελευταίο ενάμιση χρόνο με την χαρακτηριστική του ατάκα «Άκουσέ με». Μέσα από το TikTok και το Instagram δίνει συμβουλές και μικρά μυστικά για τα οπωροκηπευτικά προϊόντα, το λάδι, το μέλι και ό,τι άλλο έχει να κάνει με τη διατροφή.
Τον Ιανουάριο ο παίκτης του νέου Big Brother μέσα από ένα βίντεο στο TikTok θέλησε να διευκρινίσει ποια ακριβώς είναι η επαγγελματική του ιδιότητα. Όπως είχε εξηγήσει, μέχρι την ηλικία των είκοσι τεσσάρων ετών ζούσε στο χωριό του, όπου ασχολιόταν με την τομέα της καλλιέργειας. Ωστόσο, είχε επισημάνει πως συνεχίζει να έχει επαφή με τον τόπο καταγωγής του και να βοηθάει τους γονείς του με τα στρέμματα που έχουν.
Πιο αναλυτικά, είχε πει: «Πολλοί με ξέρετε σαν τον akouseme και γι’ αυτό ευθύνεται ο Φάνης Λαμπρόπουλος και ο Γρηγόρης Αρναούτογλου. Το όνομά μου είναι Χρήστος Ντεντόπουλος. Είμαι από τη Λακκόπετρα Αχαΐας, ένα υπέροχο χωριό με τρομερές παραλίες και πεντάστερα ξενοδοχεία. Βέβαια είναι το μόνο χωριό που δεν έχει πλατεία. Μέχρι τα 24, καλλιεργούσαμε πατάτες, καρπούζια, με τους γονείς μου και τα αδέλφια μου. Αναγκάστηκα στα 24 να φύγω από το χωριό, διότι μπαίναμε μέσα. Χρεωνόμασταν με τις πατάτες και με τα καρπούζια, δεν έβγαινε μεροκάματο. Αποφάσισα λοιπόν να ανέβω στην Αθήνα. Έκανα μια υπέροχη οικογένεια, με δύο υπέροχα παιδιά και δουλεύω σαν ιδιωτικός υπάλληλος. Όσο είμαι στην Αθήνα, τα τελευταία 15 χρόνια, πηγαινοέρχομαι συνέχεια στο χωριό και βοηθάω ακόμη τους γονείς μου, που βάζουν λίγα στρέμματα πατάτες και λίγα στρέμματα καρπούζια με τον αδελφό μου, γιατί έχουν και πρόβατα».