Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος. Αύγουστος του 1948. Η ελληνική τραγωδία κλείνει εν μέρει αυλαία και για τους νικητές και για τους ηττημένους. Ανοίγει μια 25ετία μίσους και διωγμών. Η μισή Ελλάδα καταδιώκει την άλλη μισή και της στερεί τα δικαιώματα του πολίτη. Εκτός δικαιώματος αναλήψεως έργων δημοσίου τομέα και με την υποχρέωση της διαρκούς δηλώσεως παρουσίας στα αστυνομικά τμήματα, παράλληλα με φυλακίσεις πολύχρονες και εξορίες σε αφιλόξενα νησιά (Μακρόνησο, Γυάρο, Λέρο, κ.λπ.). Αυτά για τους εντός Ελλάδος. Όσο για τους εκτός Ελλάδος, οι οποίοι είδαν ομήρους από 70 έως 80 χιλιάδες παιδιά για να κτίσουν τον εκδικιτή του άυριο.
Ας δούμε με το μάτι των τρίτων τις συνθήκες που δρομολόγησαν ελληνική τραγωδία και στην συνέχεια θα γνωρίσουμε τον ελληνικό εμφύλιο μέσα από τα μάτια των πνευματικών γονέων της νεώτερης ελληνικής τραγωδίας του εμφυλίου που πριν λίγες μέρες, το 1948, ολοκλήρωσε την περιδύνιση καταστροφών επί μια 4ετία επιπλέον μετά την λήξη του 2ου Π.Π.
Υπάρχουν μερικές στιγμές στην Ιστορία —ευτυχώς, σπάνιες— όπου η τύχη εκατομμυρίων ανθρώπων κρέμεται από τις αποφάσεις ενός και μόνο ατόμου. Μια τέτοια στιγμή υπήρξε το βράδυ της 9ης Οκτωβρίου 1944, κατά τη διάρκεια μιας διάσκεψης μεταξύ του Τσόρτσιλ και του Στάλιν στη Μόσχα. Αυτή η διάσκεψη ήταν λιγότερο σημαντική από τις άλλες των «Τριών Μεγάλων», στην Τεχεράνη, στη Γιάλτα και στο Πότσδαμ. Οι Αμερικανοί δεν ήταν παρόντες. Ο Ρούσβελτ είχε τηλεγραφήσει στον Τσόρτσιλ και στον Στάλιν για να επιμείνει πως οι όποιες συμφωνίες θα έπρεπε να γίνουν «από τους τρεις μας, και μόνο από τους τρεις μας».
Παρ’ όλ’ αυτά, ο Τσόρτσιλ παρουσίασε κάτι που αποκάλεσε «πρόχειρο έγγραφο»: μισή σελίδα χαρτί πάνω στην οποία είχε γράψει μία σειρά ποσοστών που έδειχναν τις αντίστοιχες σφαίρες επιρροής της Βρετανίας και της ΕΣΣΔ στον μεταπολεμικό κόσμο. Η Ρουμανία, για παράδειγμα, θα ήταν κατά 90% κάτω από τη ρωσική επιρροή, και μόνο κατά 10% υπό την επιρροή «άλλων». Η Βουλγαρία θα ήταν κατά 75% υπό τη Ρωσία και 25% υπό «άλλους». Η Ουγγαρία και η Γιουγκοσλαβία θα μοιράζονταν 50%-50%. Υπήρχε μόνο μια χώρα που θα περιερχόταν σταθερά υπό τη βρετανική σφαίρα: η Ελλάδα θα ήταν 90% υπό τη Βρετανία (σε συνεργασία με τις ΗΠΑ) και μόνο 10% υπό τη Ρωσία. Για να δειξει τη συμφωνία του με αυτά τα ποσοστά, ο Στάλιν άπλωσε το χέρι και υπέγραψε το έγγραφο με ένα μεγάλο μαύρο τικ.
Πολλά έχουν λεχθεί για τον φαινομενικά ανεπίσημο τρόπο που σφραγίστηκε η μεταπολεμική μοίρα αυτών των πέντε χωρών, αλλά στην πραγματικότητα ήταν απλώς η κατάληξη πολύμηνων μυστικών συνομιλιών μεταξύ διπλωματών και των δύο χωρών. Και, ναι, ήταν πολύ σημαντικό. Θα επιστρέψουμε στο όσα συνέβησαν στην Ουγγαρία και στη Ρουμανία στο επόμενο Κεφάλαιο. Το σημαντικό σημείο προς το παρόν είναι ότι ο Στάλιν ήταν πρόθυμος να επικυρώσει τη βρετανική επιρροή στην Ελλάδα — μια απόφαση που έμελλε να έχει βαθιές συνέπειες γι’ αυτή τη χώρα για τα επόμενα 30 χρόνια.
Oι Βρετανοί
Οι Βρετανοί ενδιαφέρονταν ανέκαθεν για την Ελλάδα. Η χώρα δεσπόζει στην ανατολική Μεσόγειο και στις προσβάσεις στη Μέση Ανατολή και στη Διώρυγα του Σουέζ, και συνεπώς ήταν ζωτικής σημασίας για τα βρετανικά στρατηγικά συμφέροντα. Ο Τσόρτσιλ ήταν πρόθυμος να διακινδυνεύσει να έρθει σε βοήθεια της Ελλάδας όταν η Γερμανία εισέβαλε το 1941, και παρά την καταστροφική ήττα ήταν ανέκαθεν αποφασισμένος να επιστρέψει. Τον Οκτώβριο του 1944, λίγες μόνο μέρες πριν ξεκινήσει η διάσκεψη της Μόσχας, οι Βρετανοί είχαν αποβιβαστεί και πάλι στην Πελοπόννησο.
Από αυτή την άποψη, το μεγάλο μαύρο τικ του Στάλιν αποτελούσε απλώς μια αναγνώριση της πραγματικότητας που επικρατούσε επί του εδάφους: βρετανικά στρατεύματα βάδιζαν ήδη προς την Αθήνα. Ωστόσο, η βρετανική εξουσία στην Ελλάδα δεν ήταν το τετελεσμένο γεγονός που φαινόταν να είναι. Οι Βρετανοί δεν ήταν η μόνη δύναμη που μαχόταν για τον έλεγχο της χώρας. Όπως στην Ιταλία και στη Γαλλία, υπήρχαν εκεί σημαντικοί αριθμοί ανταρτών — στην πραγματικότητα, πολύ καιρό πριν καταφθάσουν οι Βρετανοί οι αντάρτες ήλεγχαν ήδη το μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας, υποχρεώνοντας τους Γερμανούς κατακτητές να περιοριΤονται στις κύριες πόλεις.
ΕΑΜ
Η μακράν μεγαλύτερη αντιστασιακή οργάνωση ήταν το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, ΕΑΜ, και η στρατιωτική πτέρυγά του, ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, ΕΛΑΣ. Παρόλο που αυτές οι οργανώσεις φαινομενικά αντιπροσώπευαν ένα ευρύ φάσμα ανταρτών, στην πραγματικότητα κυριαρχούνταν αμφότερες από το Κομουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, το οποίο με τη σειρά του ήταν αφοσιωμένο στον Στάλιν. Οι Βρετανοί είχαν προσπαθήσει καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου να αντισταθμίσουν τη δύναμη της Αριστεράς εφοδιάζοντας με όπλα και χρήματα τις εναλλακτικές αντιστασιακές οργανώσεις, αλλά κανένα χρηματικό ποσό δεν μπορούσε να αλλάξει το γεγονός ότι τα κομουνιστικά ΕΑΜ και ΕΛΑΣ ήταν κατά πολύ δημοφιλέστερα απ’ ό,τι όλες οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις μαζί.
Συνεπώς, όντως η ρωσική επιρροή στη χώρα ήταν ήδη εξίσου σημαντική με τη βρετανική, και σίγουρα περισσότερο από το 10% που της είχε παραχωρηθεί από το πρόχειρο κομμάτι χαρτί του Τσόρτσιλ. Αν ο Στάλιν είχε δώσει εντολή στους Έλληνες κομουνιστές να αποσπάσουν τον έλεγχο της χώρας, είναι αρκετά πιθανό ότι θα μπορούσαν να το είχαν κάνει. Ο Κόκκινος Στρατός βρισκόταν ήδη σε μικρή απόσταση στα βόρεια της χώρας στη μεθόριο της Βουλγαρίας, και οι κομουνιστές παρτιζάνοι της Γιουγκοσλαβίας συνδέονταν επίσης με τους συντρόφους τους στη βόρεια Ελλάδα.
Η βρετανική παρουσία τον Οκτώβριο του 1944 ήταν μικροσκοπική σε σύγκριση με εκείνη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, κι όταν οι Βρετανοί κατέφθασαν στην Αθήνα διαπίστωσαν πως οι αντάρτες είχαν ήδη απελευθερώσει την πόλη. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν υπήρξε καμιά απόπειρα του Κομουνιστικού Κόμματος να καταλάβει την εξουσία σε εθνικό επίπεδο. Αυτό οφειλόταν εν μέρει στο ότι η αντίσταση ήταν αρκετά αποδιοργανωμένη, και εν μέρει στο ότι υπήρχαν πολλοί μη κομουνιστές εντός της δομής του ΕΑΜ που απειλούσαν να αποσύρουν την υποστήριξή τους αν η οργάνωση καταλάμβανε την εξουσία για λογαριασμό της. Οφειλόταν όμως κυρίως στο ότι ο Στάλιν είχε τηρήσει το λόγο του: λίγο πριν από τη διάσκεψη της Μόσχας είχε στείλει μια αποστολή στην Ελλάδα για να δώσει εντολή στους εκεί κομουνιστές να συνεργαστούν με τους Βρετανούς.
Μια πικρή ομιλία
Όπως συνέβη στη Γαλλία και στην Ιταλία, υπήρχαν πολλοί ανάμεσα στα απλά μέλη του Κομουνιστικού Κόμματος —ακόμη και μερικοί εντός της ηγεσίας— που δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί θα έπρεπε να κάνουν πίσω και να επιτρέψουν σε άλλους να πάρουν τον έλεγχο. Σε μια πικρή ομιλία προς την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ το καλοκαίρι του 1944, ο γενικός γραμματέας του ΕΑΜ Θανάσης Χατζής παραπονέθηκε ότι η αντίσταση είχε προδοθεί. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε περάσει πολλά χρόνια πολεμώντας τον κατακτητή και εγκαθιστώντας την ισχύ του σε ολόκληρη την Ελλάδα: γιατί θα έπρεπε τώρα να υποκύψουν στους Βρετανούς; «Δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε δυο μονοπάτια», επέμεινε. «Θα πρέπει να επιλέξουμε».5
Πολλοί Έλληνες αντιστασιακοί ηγέτες υποπτεύονταν ότι οι Βρετανοί ήθελαν να καταστήσουν την Ελλάδα αποικία κυβερνώμενη από μια κυβέρνηση-μαριονέτα, ακριβώς όπως είχαν κάνει και οι Γερμανοί πριν απ’ αυτούς. Κατά τις εβδομάδες μετά την απελευθέρωση, οι εντάσεις μεταξύ των Βρετανών και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αυξήθηκαν. Η βρετανική στρατιωτική ιεραρχία δεν εμπιστευόταν τα κίνητρα των ανταρτών και, όπως και στη Γαλλία, τους θεωρούσε ως μια εκρηκτική ομάδα ερασιτεχνών με τάση να πυροβολούν άσκοπα απλώς και μόνο επειδή τους άρεσε.
Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ ισχυρίστηκε ότι βεβαίως και ανέμενε μία σύγκρουση με το ΕΑΜ, και έστειλε οδηγίες στον επικεφαλής αξιωματικό των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα, στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι, να περιμένει ένα πραξικόπημα ανά πάσα στιγμή. Αν υλοποιείτο, οι οδηγίες που είχε o Σκόμπι ήταν να χρησιμοποιήσει όση βία ήταν αναγκαία για «να συντρίψει τον ΕΛΑΣ».