Η ομιλία του Ανδρέα Βορύλλα στη Βουλή για την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας:
“Πριν ένα μήνα περίπου μάθαμε με μεγάλη χαρά ότι το εκτελεστικό Συμβούλιο της UNESCO ενέκρινε ομόφωνα την καθιέρωση της 9η Φεβρουαρίου ως «Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας». Μετά από αυτή την απόφαση, από το 2026 και μετά, η 9η Φεβρουαρίου θα τιμάται παγκοσμίως ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, αναδεικνύοντας τη διαχρονική σημασία της ελληνικής γλώσσας και πολιτιστικής κληρονομιάς μας.
Πρόκειται για μια ιστορική απόφαση όπου αναγνωρίζει τη συμβολή της ελληνικής γλώσσας στον πολιτισμό και την πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας που ποτέ έως τώρα δεν έχουν καταγραφεί ως επίσημη θέση ενός Διεθνούς Οργανισμού, με το κύρος και την εμβέλεια της UNESCO.
Η 9η Φεβρουαρίου, ημέρα μνήμης του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού, καθιερώθηκε ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, όχι τυχαία. Ο Σολωμός, με το αθάνατο έργο του «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», κατέδειξε πως η γλώσσα δεν είναι απλώς ένα εργαλείο επικοινωνίας, αλλά φορέας ελευθερίας, ψυχής, εθνικής συνείδησης και πολιτισμού.
Η 9η Φεβρουαρίου δεν αποτελεί μόνο μια ευκαιρία τιμής, αλλά κυρίως μια πρόσκληση για στοχασμό: Τι σημαίνει η ελληνική γλώσσα για εμάς σήμερα; Ποιον ρόλο έχει παίξει στην ιστορική πορεία της ανθρωπότητας; Και πώς μπορούμε να τη διαφυλάξουμε και να τη μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές;
Η ελληνική γλώσσα δεν είναι απλώς μία από τις παλαιότερες γλώσσες του κόσμου, είναι η μοναδική ευρωπαϊκή γλώσσα με συνεχή γραπτή παράδοση άνω των 3.500 ετών. Από τα ομηρικά έπη και τις πινακίδες της Γραμμικής Β’, έως την ελληνιστική Κοινή, τα πατερικά κείμενα, τα βυζαντινά χειρόγραφα και τα νεοελληνικά ποιήματα, η γλώσσα μας εξελίχθηκε, μεταμορφώθηκε, μα ποτέ δεν έπαψε να ζει.
Πρόκειται για μία γλώσσα πολιτισμού, μέσα από την οποία εκφράστηκε η φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, η τραγωδία του Σοφοκλή, η επιστήμη του Ευκλείδη, η ρητορική του Δημοσθένη και το Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι μεγάλο μέρος της δυτικής σκέψης διαμορφώθηκε μέσα από την ελληνική γλωσσική παράδοση.
Τα τέσσερα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης (Κατά Ματθαίο, Μάρκο, Λουκά και Ιωάννη) γράφτηκαν στην Ελληνιστική Κοινή, δηλαδή τη διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας που ήταν ευρέως διαδεδομένη στην ανατολική Μεσόγειο κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή (περίπου 300 π.Χ. – 300 μ.Χ.). Μέσω των τεσσάρων Ευαγγελίων και με όχημα την ελληνική γλώσσα διαδόθηκε η χριστιανική μας πίστη στην τότε Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Και σήμερα ακόμα, οι λέξεις που χρησιμοποιούμε σε επιστήμες όπως η Ιατρική, η Φυσική, τα Μαθηματικά, η Πολιτική, η Ψυχολογία και η Θεολογία, φέρουν την ελληνική σφραγίδα. Λέξεις όπως δημοκρατία, ιδέα, λογική, μικρόβιο, χάος, σύστημα, αίσθηση, ενέργεια διασώζονται σχεδόν αναλλοίωτες σε δεκάδες γλώσσες. Αυτό δεν αποτελεί απλώς πολιτιστικό κληροδότημα, είναι παγκόσμια παρακαταθήκη.
Η γλώσσα μας δεν διασώζει μόνο έννοιες, αλλά οντολογίες, τρόπους σκέψης, φιλοσοφίες ζωής. Ο τρόπος με τον οποίο σχηματίζουμε προτάσεις, τα νοήματα που δίνουμε στις λέξεις, οι συνειρμοί και τα πολιτισμικά φορτία που κουβαλά η ελληνική γλώσσα αποτυπώνουν έναν ιδιαίτερο πολιτισμικό κώδικα, ο οποίος δεν είναι αυτονόητος ούτε αυτόματος.
Σκεφτείτε, για παράδειγμα, τη λέξη “φιλοξενία”. Στα ελληνικά είναι μία σύνθετη λέξη από το “φίλος” και “ξένος”· δηλαδή, ο ξένος ως φίλος. Μια έννοια που αντικατοπτρίζει μια κοσμοαντίληψη.
Η ελληνική γλώσσα δεν είναι απλώς ένας μηχανισμός, είναι μια κοσμοθεωρία. Και μέσα από αυτήν εκφράζονται τα μεγάλα ερωτήματα της ύπαρξης, τα όρια της λογικής, το βάθος του συναισθήματος, το μυστήριο του θείου.
Μέσα στον κόσμο της παγκοσμιοποίησης, των ταχύτατων τεχνολογικών εξελίξεων και της επικράτησης των αγγλικών ως παγκόσμιας γλώσσας, η ελληνική γλώσσα με όλη τη μακραίωνη δόξα της, δεν είναι αυτονόητο ότι θα επιβιώσει με την ίδια ένταση στο μέλλον. Η διατήρησή της είναι ευθύνη μας.
Και αυτή η ευθύνη ξεκινά από την εκπαίδευση. Όχι μόνο την εκμάθηση γραμματικής και συντακτικού, αλλά την αγάπη για τον λόγο. Να μάθουμε στα παιδιά μας τη δύναμη της λέξης, την αξία της ετυμολογίας, τη μαγεία της αρχαίας και της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Σημαντικό ρόλο, βεβαίως, διαδραματίζει και η ομογένεια. Σε κάθε γωνιά της γης όπου ζει ελληνισμός, από τη Μελβούρνη έως τη Νέα Υόρκη, από το Μόντρεαλ έως το Γιοχάνεσμπουργκ, η ελληνική γλώσσα γίνεται το νήμα που ενώνει τις γενιές. Είναι συγκινητικό να βλέπει κανείς παιδιά τρίτης και τέταρτης γενιάς να μαθαίνουν ελληνικά, όχι ως ξένη γλώσσα, αλλά ως γλώσσα της καρδιάς και των παππούδων τους.
Η Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας δεν πρέπει να είναι μόνο μια επετειακή εκδήλωση. Πρέπει να γίνει αφετηρία δράσης με νέους στόχους όπως:
- Να ενισχυθούν τα προγράμματα ελληνομάθειας διεθνώς.
- Να δημιουργηθούν σύγχρονα ψηφιακά εργαλεία για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας.
- Να ενθαρρυνθεί η ακαδημαϊκή έρευνα στον τομέα των ελληνικών σπουδών.
- Να ενισχυθεί η συνεργασία με διεθνή πανεπιστήμια.
- Να συνδεθεί η ελληνική γλώσσα με την καινοτομία, τις τέχνες, τον σύγχρονο πολιτισμό.
Η γλώσσα μας στο πέρασμα των αιώνων απέδειξε ότι δεν είναι μουσειακό απολίθωμα. Είναι ένα εργαλείο σύγχρονης σκέψης, είναι ζωντανή, εξελισσόμενη, ικανή να παρακολουθήσει και να εκφράσει τις προκλήσεις του 21ου αιώνα.
Ωστόσο η πρόκληση παραμένει: πώς θα διατηρήσουμε τα ελληνικά σύγχρονα και ανταγωνιστικά, μέσα σε ένα ψηφιακό περιβάλλον κυριαρχούμενο από την αγγλική. Η απάντηση βρίσκεται στη δημιουργία, την εκπαίδευση και την επένδυση σε τεχνολογίες που τιμούν και ενσωματώνουν τη γλώσσα μας.
Κλείνοντας, θα ήθελα να συγχαρώ τον Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Ελλάδας στην UNESCO, κ. Γιώργο Κουμουτσάκο αλλά και όλους όσους βοήθησαν για την επιτυχή έκβαση του εν λόγω εγχειρήματος και τον Γεώργιο Μπαμπινιώτη τον διακεκριμένο Έλληνα καθηγητή φιλόλογο, γλωσσολόγο.”