Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Δημήτρη Καμπουράκη
Ο ένας αριθμός για να τα ελέγχει όλα. Κάποτε, ο πολίτης είχε όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, νούμερο ταυτότητας, ΑΦΜ, ΑΜΚΑ, ΑΜ ΙΚΑ και ένα σωρό αριθμούς που φύτρωναν σε κάθε νέα συναλλαγή με το κράτος, σαν τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας. Σήμερα, έρχεται ο Προσωπικός Αριθμός Πολίτη (Π.Α.) για να τα ενώσει όλα σε ένα. Μοιάζει με το όνειρο κάθε γραφειοκράτη και τον εφιάλτη κάθε πολίτη που ξέρει πως ό,τι απλοποιείται, συγκεντρώνεται. Κι όταν συγκεντρώνεται, ελέγχεται.
Ο Π.Α. είναι ένας μοναδικός 12ψήφιος αριθμός, ο ίδιος για κάθε πολίτη από τη γέννησή του και για πάντα. Αντικαθιστά ΑΦΜ και ΑΜΚΑ, και σταδιακά θα ενοποιήσει όλα τα μητρώα του κράτους: Εφορία, ΕΦΚΑ, Υγεία, Παιδεία, ΚΕΠ, Δήμους, ακόμα και ιδιωτικές υπηρεσίες όπως τράπεζες και ασφαλιστικές. Θα χρησιμοποιείται παντού: στην ψηφιακή ταυτότητα, την άυλη συνταγογράφηση, την ηλεκτρονική ψήφο, τις επιδοτήσεις, τα πάντα.
Ονειρική απλότητα ή ψηφιακή ασφυξία;
Κι αν όλα πάνε καλά, εντάξει. Η ζωή μας γίνεται πιο απλή. Παλιά έπρεπε να σταθείς στην ουρά με το χαρτομάνι, τώρα ανοίγεις ένα app και καθαρίζεις. Τυπώνεις πιστοποιητικά στο σπίτι, βγάζεις παραπεμπτικά χωρίς να στήσεις αυτί σε βρώμικες καρέκλες ΙΚΑ. Μέχρι και η αστυνομική ταυτότητα βγήκε ψηφιακή, και δεν την ξεχνάς πια — απλώς ξεφορτίζεται το κινητό και πας… άταυτος.
Όμως, η τεχνολογία δεν είναι πάντα απελευθερωτική. Συχνά είναι απλώς φορτική. Και μερικές φορές, παρανοϊκή.
Οι κασετίνες, τα τζιπ και οι τοστιέρες.
Παράδειγμα πρώτο: οι τηλεφωνικές γραμμές-κασετόφωνα. Θες να μιλήσεις με μια εταιρεία τηλεπικοινωνιών ή μια τράπεζα; Σου απαντάει ένα ρομπότ με ύφος κατευναστικό, που σου ζητάει να πεις “με δυο λόγια, τι θέλετε;”. Αν πεις “εκπρόσωπο”, σε αγνοεί. Αν πεις “λογαριασμός”, σε στέλνει στο λογιστήριο των Ιμαλαΐων. Αν μείνεις σιωπηλός, σου το κλείνει. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που ήθελες να πεις δεν υπήρχε ποτέ ως επιλογή.
Παράδειγμα δεύτερο: τα καινούρια αυτοκίνητα. Δεν έχουν manual. Πρέπει να μπεις στο site του κατασκευαστή, να βρεις τον αριθμό πλαισίου, να κατεβάσεις PDF 400 σελίδων, και να ψάξεις πού είναι το κουμπί που ανοίγει το καπό. Αν κάνεις update στο λειτουργικό, αλλάζουν και οι ρυθμίσεις. Το GPS σού μιλάει ιταλικά, και το ραδιόφωνο παίζει μόνο podcast για vegan σκύλους. Στο μεταξύ, έχεις ήδη φτάσει, τρέμοντας, στο βενζινάδικο.
Παράδειγμα τρίτο: οι “έξυπνες” οικιακές συσκευές. Ο θερμοσίφωνας ζητάει Wi-Fi. Ο φούρνος απαιτεί login. Η τοστιέρα κάνει update και δεν δουλεύει για 15 λεπτά. Και η τηλεόραση σου λέει ότι πρέπει να “συνδεθείς στο cloud” για να δεις τα νέα. Αλλά εσύ ήθελες απλώς να ψήσεις ένα τόστ και να δεις τον καιρό.
Τα παιδιά του cloud και οι γονείς του manual
Η νέα γενιά δεν θα θυμάται ποτέ τη μυρωδιά του fax, ούτε την ένταση με την οποία φώναζες “κατέβα απ’ το τηλέφωνο, κατεβάζω κάτι!”. Θα μεγαλώσει μέσα σε έναν κόσμο που όλα είναι ένα app: η τάξη, το φροντιστήριο, η γιαγιά στο Skype, ακόμα και το ρεπό από το σχολείο ανιχνεύεται μέσω QR. Το ερώτημα δεν είναι αν θα προσαρμοστούν αυτά τα παιδιά — θα προσαρμοστούν καλύτερα απ’ όλους. Το θέμα είναι αν θα θυμούνται ποτέ πώς είναι να χαθείς, να περιμένεις, να ρωτήσεις κάποιον περαστικό.
Μπορεί να ξέρουν πώς να στείλουν ένα αρχείο στο cloud, αλλά να μη γνωρίζουν πώς να ζητήσουν βοήθεια σε μια δημόσια υπηρεσία από άνθρωπο. Γιατί ο ψηφιακός κόσμος σε μαθαίνει να αλληλεπιδράς με συστήματα, όχι με πρόσωπα. Σε μαθαίνει να λύνεις, όχι να συνδιαλέγεσαι.
Και στο μεταξύ, οι γονείς τους —που προσπαθούν να καταλάβουν αν το router έχει “μπουκώσει” ή αν απλώς έχουν ξεχάσει το Wi-Fi του ΟΤΕ— νιώθουν σαν δεινόσαυροι που επιβιώνουν με Google Translate σε μια χώρα που μιλάει JSON.
Η τεχνητή νοημοσύνη και το φυσικό παράλογο
Μέσα σε όλα, έρχεται και η τεχνητή νοημοσύνη. Μπορείς να ζητήσεις από ένα ρομπότ να σου γράψει γράμμα παραίτησης, συνταγή για παστίτσιο, ακόμη και ποίημα για τον χωρισμό σου. Η μηχανή τα λέει όλα. Εκτός από ένα. Το «όχι».
Η ΑΙ θα σου πει “ορίστε τι μπορώ να κάνω για σένα”, αλλά ποτέ “δεν πρέπει να το κάνεις αυτό”. Δεν έχει συνείδηση, δεν έχει δισταγμό, δεν έχει πολιτικό κριτήριο. Δεν είναι πολίτης, είναι υπηρέτης — και μάλιστα πρόθυμος. Όμως ένας υπηρέτης χωρίς αντίλογο, σε λίγο γίνεται αφέντης.
Αν της δώσεις την εξουσία να κρίνει αιτήσεις, να εγκρίνει δάνεια, να επιλέγει υποψήφιους για δουλειά, τότε το σύστημα δεν θα είναι απλώς αυτοματοποιημένο — θα είναι απρόσβλητο. Και ο πολίτης δεν θα ξέρει ποιον να ρωτήσει, γιατί κανείς δεν θα έχει πάρει την ευθύνη. Θα φταίει “ο αλγόριθμος”.
Η τεχνολογία δεν είναι εχθρός — είναι φαινόμενο
Θα πει κανείς, «και λοιπόν;». Δεν είναι προτιμότερο αυτό από τις χαμένες αιτήσεις, τις ουρές, τις σφραγίδες με τρίχες σφουγγαρίστρας; Είναι. Και κανείς λογικός δεν είναι εναντίον της τεχνολογίας. Είναι σαν να λες ότι διαφωνείς με την έλξη της βαρύτητας. Η τεχνολογία είναι σαν τη θάλασσα: δεν σε ρωτάει αν σου αρέσει, απλώς έρχεται. Το ζήτημα είναι αν θα μάθεις να κολυμπάς ή θα σε πάρει το ρεύμα.
Πρέπει, λοιπόν, να ζητήσουμε ισορροπία. Να υπάρχουν άνθρωποι πίσω από τις υπηρεσίες. Να υπάρχουν οδηγίες. Να υπάρχουν εναλλακτικές. Η τεχνολογία να είναι εργαλείο, όχι θρησκεία. Να κάνει τα πράγματα πιο ανθρώπινα, όχι πιο απρόσωπα. Και αν κάπου δεν πετυχαίνει, να μην σου λέει απλώς “Κάτι πήγε στραβά — προσπαθήστε ξανά αργότερα”.
Υστερόγραφο: Ο Π.Α. και η Κ.Α. (Καθημερινή Απόγνωση)
Αν ο Προσωπικός Αριθμός είναι η τεχνολογική σου ταυτότητα, η Καθημερινή Απόγνωση είναι η ανθρώπινη. Εκεί που μπαίνεις στο gov.gr με τους κωδικούς taxis, πατάς το σωστό link, βγάζεις βεβαίωση μόνιμης κατοικίας — και μετά πας στο ΚΕΠ για να τη θεωρήσουν… διότι “έτσι λέει το σύστημα”.
Κι όταν ρωτάς ποιο σύστημα, σε κοιτάνε με συμπόνια. Όχι για την ερώτηση. Για την ελπίδα που είχες ότι θα πάρεις απάντηση.