Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Γιάννη Καντέλη
Η στρατηγική του «απρόβλεπτου» που ακολουθεί ο Ντόναλντ Τραμπ στις διεθνείς σχέσεις και η πολιτική του αιφνιδιασμού με την οποία προσεγγίζει ακόμα και τους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών έχει προσθέσει επιπλέον άγχος στους ηγέτες των κρατών – μελών του ΝΑΤΟ που θα πάρουν μέρος στη Σύνοδο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας η οποία θα διεξαχθεί στη Χάγη στις 24 και 25 Ιουνίου.
Την ώρα που είναι σε εξέλιξη στην Ουκρανία ένας πόλεμος εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου και η σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν κλιμακώνεται, ουδείς μπορεί να αισθάνεται άνετα. Ειδικά οι ευρωπαίοι ηγέτες, οι οποίοι βλέπουν να κλυδωνίζεται το μεταπολεμικό μοντέλο ασφάλειας της Γηραιάς Ηπείρου.
Ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού, Μαρκ Ρούτε, που θα κινείται …εντός έδρας στην Ολλανδία, προσπαθεί τις τελευταίες εβδομάδες με έναν μαραθώνιο επαφών να παρουσιάσει μία συμβιβαστική πρόταση που θα εξασφαλίσει «ήρεμα νερά» εντός της Συμμαχίας. Στην αποφυγή απρόοπτων αποδίδουν διπλωματικά στελέχη και το σύντομο χαρακτήρα της Συνόδου κατά την οποία έχει προγραμματιστεί για τους ηγέτες ένα ανεπίσημο δείπνο το βράδυ της Τρίτης με τη συμμετοχή του προέδρου της Ουκρανίας, των πρωθυπουργών της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας, της Νέας Ζηλανδίας, του προέδρου της Νότιας Κορέας και των προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Κομισιόν. Ενώ, η συνεδρίαση της επόμενης ημέρας αναμένεται να διαρκέσει λίγες ώρες.
Η πρόταση που υπάρχει στο τραπέζι είναι η αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών – μελών στο 5% του ΑΕΠ, όπως έχει ζητήσει ο Αμερικανός πρόεδρος. Πρόκειται για τεράστια αύξηση σε σύγκριση με τον στόχο του 2% που ισχύει σήμερα, ενώ υπάρχουν χώρες που έντεκα χρόνια μετά τη θέσπιση του δεν έχουν καταφέρει να τον επιτύχουν. Για να καταστεί πιο εφικτός προβλέπεται ότι το 3,5% θα κατευθυνθεί για αμιγώς στρατιωτικές δαπάνες και το υπόλοιπο 1,5% θα σχετίζεται με υποδομές και έργα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ασφάλεια και την άμυνα. Ιταλία, Κροατία, Μαυροβούνιο, Πορτογαλία, Ισπανία, Καναδάς, Σλοβενία, Λουξεμβούργο και Βέλγιο -9 από τα 32 κράτη -μέλη – δεν έπιασαν πέρσι τον στόχο, όμως, οι απειλές του κ. Τραμπ για αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ τους αναγκάζει να επισπεύσουν την προσαρμογή τους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσέρχεται στη Σύνοδο με τη δυναμική μίας χώρας που βρίσκεται στην πρώτη πεντάδα των μελών του ΝΑΤΟ στις αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ ο πρωθυπουργός είχε εν ευθέτω χρόνω χαρακτηρίσει εύλογη την απαίτηση του κ. Τραμπ να σεβαστούν όλα τα κράτη τους κανόνες της Συμμαχίας. Το ύψος των δαπανών για την Ελλάδα βρίσκεται στο 3,7% του ΑΕΠ και άρα ο νέος στόχος του 5% θεωρείται κάτι παραπάνω από εφικτός, ειδικά από την στιγμή που θα περιλαμβάνονται υποδομές ασφάλειας και ενέργειας. Ως εκ τούτου, η ελληνική πλευρά δεν ανησυχεί για τις πιθανές αντιδράσεις του κ. Τραμπ απέναντι σε κράτη – μέλη που «αγκομαχούν» να πετύχουν τους στόχους της Συμμαχίας.
Το Αιγαίο
Αυτό που κρατά την Αθήνα σε εγρήγορση είναι το ενδεχόμενο να στρέψει το βλέμμα του στο Αιγαίο και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. «Όσο είναι απασχολημένος με άλλα θέματα, όπως η σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν, τόσο πιο ήρεμοι είμαστε», σημειώνουν αρμόδιες πηγές. Δεν αποκλείουν, όμως, εξαιτίας του απρόβλεπτου των κινήσεων του να επαναφέρει το θέμα. Υπάρχουν έμπειρα στελέχη που ανησυχούν για την στάση που μπορεί να τηρήσει και φοβούνται πιέσεις από τον αμερικανικό παράγοντα προκειμένου οι δύο πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων χωρίς να έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων ένα πλαίσιο. Σε αυτό συμβάλει, κατά την άποψη των ίδιων πηγών, η αίσθηση που δίνεται σε τρίτους για το επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και για τα θέματα που είναι διατεθειμένες να συζητήσουν.
Υπάρχουν, όμως στελέχη, που έχουν διαφορετική οπτική. Όπως εκτιμούν, όσα έχουν επιτευχθεί στο πεδίο των ελληνοτουρκικών και η νηνεμία στις σχέσεις των δύο χωρών οφείλεται στον ανοιχτό διάλογο και την εμπιστοσύνη που οικοδομήθηκε το προηγούμενο διάστημα. Κάτι που οφείλεται «στο δομημένο διάλογο και την αδιαμεσολάβητη σχέση», όπως σημειώνουν.
Κοινός τόπος και για τις δύο γραμμές πληροφόρησης είναι πως «ο κ. Τραμπ αναζητά μία επιτυχία στην ευρύτερη περιοχή έχοντας το ρόλο του ειρηνοποιού». Όσο πιο μακριά από το Αιγαίο συνεχίζει τις …αναζητήσεις του, τόσο πιο ήρεμη είναι η ελληνική πλευρά. «Αν χρειάζεται μία νίκη δεν θα την πετύχει εδώ», διευκρινίζουν σε κάθε περίπτωση διπλωματικές πηγές.
Τα F-35
Μία άλλη πηγή ανησυχίας είναι να αποφασίσει την αποδέσμευση της πώλησης των F-35 στην Τουρκία, αν και αρμόδια κυβερνητικά στελέχη επιμένουν πως δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στον ορίζοντα ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ενώ υπάρχουν γραμμές άμυνας στο Κογκρέσο, καθώς μέλη του ενστερνίζονται τις ελληνικές θέσεις.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι ερωτηματικό που και πότε θα γίνει η επόμενη συνάντηση του κ. Μητσοτάκη με τον κ. Ερντογάν. Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ αποτελεί μία καθαρή ευκαιρία, άλλωστε, συνηθίζουν να συνομιλούν σχεδόν κάθε φορά που δίνουν το παρόν σε αυτή. Ωστόσο, υπάρχουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις. Η μία είναι να έχουν ένα τετ α τετ που θα επιβεβαιώνει τη δυνατότητα των δύο πλευρών να συνομιλούν, παρά τις διαφορές τους. «Να βρίσκεσαι και να λες πως αντιλαμβανόμαστε τα σημεία διαφωνίας και προχωράμε σε αυτά που μπορούμε να συμφωνήσουμε», είναι θετικό, όπως σημειώνουν όσοι ενστερνίζονται αυτή την άποψη. Η δεύτερη είναι πως «τα ευχολόγια δεν βοηθούν» και άρα δεν υπάρχει λόγος για ένα νέο τετ α τετ. Πάντως, ακόμα κι αν γίνει θα είναι «σύντομο και όχι δομημένο», όπως σημειώνουν αρμόδιες πηγές.
Ακόμα πιο δύσκολη είναι η εξίσωση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας. Αρχικά είχε προγραμματιστεί να συνεδριάσει στην Άγκυρα, στις αρχές του χρόνου. Από τότε αναβάλλεται διαρκώς με διάφορες αφορμές, αλλά οι αντικειμενικοί λόγοι είναι πως οι κόντρες για τα θαλάσσια πάρκα, τον χωροταξικό σχεδιασμό και το ευρύτερο περιβάλλον δεν εγγυόνταν μία ανέφελη συνάντηση. Οι δύο διαφορετικές σχολές σκέψεις αποτυπώνονται πιο έντονα στο αν υπάρχουν οφέλη ή ζημίες από τη σύγκλιση του εντός του καλοκαιριού. «Δεν υφίσταται αντικείμενο» είναι η μία άποψη, με το επιχείρημα πως αν τεθούν με άγαρμπο τρόπο από την πλευρά της Άγκυρας ζητήματα που δεν συζητά η Ελλάδα «πως θα φύγουμε από το τραπέζι χωρίς να επιδεινωθεί η κατάσταση». Η αντίθετη άποψη υποστηρίζει ότι το ΑΣΣ πρέπει να γίνει ακόμα και για λόγους συμβολισμού, που θα επιβεβαιώνουν την νηνεμία στις σχέσεις των δύο χωρών. «Διαφορετικά, μπορεί να μεταδοθεί από ορισμένους ένα κλίμα κρίσης που δεν θα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού η ακύρωση θα εκπέμψει λάθος μηνύματα», υποστηρίζουν.