Περισσότερα από 840 πρόσωπα μπήκαν στο στόχαστρο της ΑΑΔΕ και της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες στο πρώτο πεντάμηνο του έτους, τα οποία ελέγχονται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, φοροδιαφυγή και χρέη στο Δημόσιο άνω των 50.000 ευρώ.
Παράλληλα, όπως αναφέρει η εφημερίδα «Καθημερινή», το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Φορολογουμένων (ΚΕΜΕΦ) έλεγξε 326 μεγάλες υποθέσεις και καταλόγισε φόρους και πρόστιμα ύψους 26,42 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 20,3 εκατ. ευρώ είναι φόροι επί κρυφών, αδήλωτων εισοδημάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησαν η ΑΑΔΕ και η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, έπειτα από πληροφορίες στοχοποίησαν συγκεκριμένες υποθέσεις και φορολογουμένους, καθώς υπήρχαν ενδείξεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος και μεγάλης φοροδιαφυγής. Τις υποθέσεις αυτές παρέπεμψε η Αρχή στη φορολογική διοίκηση για τη διεξαγωγή φορολογικών ελέγχων, με βάση τα στοιχεία που η ίδια έχει εντοπίσει.
Παράλληλα, σύμφωνα με τα στοιχεία, στο διάστημα Ιανουαρίου – Μαΐου 2025 η ΑΑΔΕ απέστειλε στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες εκατοντάδες περιπτώσεις φοροδιαφυγής για να ελεγχθούν και για ξέπλυμα χρήματος.
Συγκεκριμένα η ΑΑΔΕ παρέπεμψε στην Αρχή για να ελεγχθούν για τη διακίνηση μαύρου χρήματος 267 φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν διαπράξει φοροδιαφυγή ύψους άνω των 50.000 ευρώ.
Ακόμη παρέπεμψε και 575 φυσικά πρόσωπα τα οποία έχουν χρέη προς το Δημόσιο ύψους άνω των 50.000 ευρώ, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των φορολογουμένων οι οποίοι θα ελεγχθούν και για πιθανή διακίνηση μαύρου χρήματος να φτάνει τους 842 ΑΦΜ.
Επίσης οι ΔΟΥ, τα Ελεγκτικά Κέντρα, το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Φορολογουμένων και οι Υπηρεσίες Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων υπέβαλαν την ίδια περίοδο μηνυτήριες αναφορές σε 469 φορολογουμένους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των βασικών αδικημάτων που ενεργοποιούν τις διατάξεις περί ξεπλύματος μαύρου χρήματος περιλαμβάνονται η αποφυγή καταβολής φόρων εισοδήματος, ο ΕΝΦΙΑ, καθώς και ο ΦΠΑ για πλοία.
Αντιθέτως, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων αυτών περιπτώσεις πλαστών ή εικονικών τιμολογίων, αλλά και διασυνοριακή απάτη στον ΦΠΑ. Πιο συγκεκριμένα, φοροδιαφυγή που συνιστά ποινικό αδίκημα θεωρείται κάθε ενέργεια με πρόθεση κατά την οποία ένας φορολογούμενος:
- Αποφεύγει την καταβολή φόρων, όπως ο φόρος εισοδήματος, ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ο Ειδικός Φόρος Ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτοντας εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία. Αυτό μπορεί να συμβεί μέσω της μη υποβολής φορολογικής δήλωσης, της υποβολής ανακριβούς δήλωσης ή της καταχώρισης εικονικών δαπανών στα λογιστικά αρχεία, ώστε να μειώνεται τεχνητά η φορολογητέα ύλη ή να εξαφανίζεται πλήρως.
- Παραλείπει να αποδώσει ή αποδίδει λανθασμένα φόρους, όπως ο ΦΠΑ, ο φόρος κύκλου εργασιών, ο φόρος ασφαλίστρων, καθώς και παρακρατούμενους ή επιρριπτόμενους φόρους, τέλη και εισφορές. Περιλαμβάνονται επίσης περιπτώσεις που ο φορολογούμενος προβαίνει σε ανακριβείς συμψηφισμούς ή εκπτώσεις, ζητάει παράνομες επιστροφές ή διακρατεί φόρους και εισφορές που οφείλει να αποδώσει.
- Επιπλέον, ως σοβαρή παράβαση νοείται η παραπλάνηση της φορολογικής διοίκησης μέσω της παρουσίασης ψευδών στοιχείων ως αληθινών ή η απόκρυψη πραγματικών γεγονότων με σκοπό την αποφυγή φορολογικών υποχρεώσεων.