Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Κωνσταντίνου Μπούρα
Ακόμα δύο φεστιβαλικές παραστάσεις: η μετά-σοφόκλεια “Ηλέκτρα” στο Μεγάλο Θέατρο τής Επιδαύρου και η μεταπλασμένη “Αντιγόνη” (ως μεταμοντέρνα αναδομητική «Θήβα μοναξιά») στο Μικρό Θέατρο τής Παλαιάς Επιδαύρου (φουλ τού Σοφοκλή).
Ασκηνοθέτητη, αμήχανη, αψυχολόγητη αλλά …σεβαστική η μετά-σοφόκλεια “Ηλέκτρα” στο Μεγάλο Θέατρο τής Επιδαύρου. Εκείνο το προπολεμικό …φανάρι δεν καταλάβαμε τι ρόλο επακριβώς έπαιζε στο κατά τα άλλα εξπρεσσιονιστικό σκηνικό κλειστής σκηνής ιταλικού τύπου… Μήτε η μεταμόρφωση τού ηθοποιού που παρίστανε μέχρι πρότινος τον Πυλάδη σε επί σκηνής τε και ορχήστρας Δελφικό Απόλλωνα, κάνοντας αργά, βασανιστικά ένα ιδιότυπο ξεγύμνωμα/στριπτήζ ενόσω άλειφε τα ακάλυπτα μέρη τού σώματός του με χρυσομπογιά παραπέμποντας εμμέσως πλην σαφώς στον Βάκχο/Διόνυσο τού Σάκη Ρουβά σε παλαιότερη βραβευμένη ερμηνεία του στις ευριπίδειες «Βάκχες». Γενικά, τα έχουμε δει και τα έχουμε ακούσει όλα στην Επίδαυρο τα τελευταία σαράντα (40) χρόνια. Όμως, σε σχέση με αλλοεθνείς και αλλόγλωσσες παραστάσεις διεθνών σκηνοθετών και παγκοσμίων πρωταγωνιστών, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως οι ντόπιοι φέρουν στους ώμους, στο συνειδητό αλλά και στο υποσυνείδητό τους, την μακραίωνη παράδοση ερμηνείας τού αρχαίου δράματος (και όχι μόνον στα 70 χρόνια τής επίσημης λειτουργίας τού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, που – ομολογουμένως – πολλά έχει προσφέρει στην πνευματική ζωή τού τόπου).
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα όμως στην εποχή των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.) έχει εμπλουτιστεί από άλλες κουλτούρες, έχει διασταυρωθεί με άλλες πολιτισμικές παραδόσεις, έχει υβριδοποιηθεί στην ανάμειξή της με άλλα πολιτιστικά προϊόντα.
Οι «Πολιτιστικές Δημιουργικές Βιομηχανίες» (σύμφωνα με τον πάγκοινο ορισμό τής Unesco) αντιμετωπίζουν τα αρχαία κείμενα ως «υλικό» χωρίς την απαίτηση τού οφειλόμενου σεβασμού, πόσω μάλλον τής «ιερότητας». Έτσι η παράσταση τού Δημήτρη Τάρλοου είχε μεν ελαττώματα, ήταν όμως απείρως προτιμότερη από την κουτσουρεμένη «Αντιγόνη» τού Γερμανού σκηνοθέτη που εγκαινίασε φέτος μετά βαΐων και κλάδων τα Επιδαύρια. Κι αυτό γιατί έφερε την τεχνογνωσία, το know-how, την «οργανωσιακή κουλτούρα» ενός θεσμού. Παρά τις όποιες κριτικές αντιρρήσεις κι επισημάνσεις μας, η πρώτη κάθοδος τού διάσημου επιτυχημένου σκηνοθέτη και εμψυχωτή τού «Θεάτρου Πορεία» στο αργολικό θέατρο ήταν μάλλον τελεσφόρα και αποδεκτή από το ευρύ κοινό, όπως έδειξε το χειροκρότημα και η συγκρατημένη αποχώρηση των θεατών, χωρίς ακρότητες (ούτε στις επευφημίες ούτε – βεβαίως – στις βιτριολικές επικρίσεις τού προηγούμενου Παρασκευοσάββατου).
Ορθώς λοιπόν εγκρίθηκε αυτή η παραγωγή που τιμάει τούς υπευθύνους τού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2025.
Αξιομνημόνευτοι, αξιολάτρευτοι, ηρωικοί, πανάξιες/πανάξιοι, πολυμήχανοι, διεξοδικοί όλοι/όλες οι συντελεστές.
Μια τελευταία (αλλά όχι και στερνή) παρατήρηση μόνο: γιατί δεν παραγγέλνουν σε σύγχρονους δρώντες δραματικούς ποιητές επικαιροποιημένες μεταφράσεις αρχαίου δράματος;
Περισσότερο ορθή, συγκινητική, αρμονική, η μεταπλασμένη “Αντιγόνη” (ως μεταμοντέρνα αναδομητική «Θήβα μοναξιά») στο Μικρό Θέατρο τής Παλαιάς Επιδαύρου (που μαζί με την γερμανική ακρωτηριασμένη «Αντιγόνη» οδηγεί στο φετινό …φουλ τού Σοφοκλή).
Εδώ το ελαφρώς έμμετρο, παρηχητικό κείμενο, με σεβασμό στην παραδοσιακή προσωδία τού εκφερομένου τε και αδομένου ελληνικού λόγου, σε συνδυασμό με την λελογισμένη ωριαία διάρκεια τού προσεκτικά μελετημένου, λιτού θεάματος-ακροάματος στον πανοραμικό χώρο τής πάλαι ποτέ στάνης, με το σπίτι τού πρώην βοσκού να λειτουργεί ως μόνιμο σκηνικό εμπρός από τα βουνά τα στεφανωμένα με την αύρα τού λυκόφωτος, οδήγησε υποκριτές και συνδημιουργικούς θεατές (ακόμα και τα θορυβώδη τζιτζίκια συμμετείχαν) σε ένα τελετουργικό απολύτως θεμιτό, νόμιμο, ηθικό. Μακάρι να δίνονταν περισσότερες ευκαιρίες στους σύγχρονους δραματικούς ποιητές να αυτοσχεδιάζουν διασκευάζοντας τα αρχαία κείμενα και δηλώνοντας σαφώς πως πρόκειται για εκσυγχρονισμένη προσαρμογή στα καθ’ ημάς των αρχαίων μυθικών δραματικών προσώπων, αντί να προβαίνουμε διαρκώς στην μάταιη διαπίστωση ότι η αγορανομική παράβαση τής πλαστοπροσωπίας καλά κρατεί, αφού ο τουρίστας ή ο αμύητος θεατής πάει να δει Σοφοκλή-Αισχύλο-Ευριπίδη κι αντί γι’ αυτούς βλέπει μεταμοντέρνα μυθοπλάσματα. Η κάθε εποχή έχει δικαίωμα στη μεθερμηνεία ανάλογα με τις εμμονές, τις ιδεοληψίες, τις απαιτήσεις, τους προβληματισμούς της, φτάνει να δηλώνεται αυτή η πρόθεση καθαρά και ξάστερα στο πρόγραμμα, στα Δελτία Τύπου, σε όλες τις σχετικές συνεντεύξεις, και στο ίδιο το εισιτήριο ακόμα.
Εύγε λοιπόν σε όλους τους συντελεστές αυτού τού θαύματος που εντάχθηκε απόλυτα στην κλίμακα τού διευρυμένου Μικρού Θεάτρου τής Παλαιάς Επιδαύρου.
Διαβάζουμε στον επίσημο ιστότοπο τού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2025:
«Θήβα μοναξιά» του Κυριάκου Χαρίτου. Εμπνευσμένο από την Αντιγόνη του Σοφοκλή.
Σκηνοθεσία Όλια Λαζαρίδου. Μουσική σύνθεση Γιαν Βαν Αγγελόπουλος.
Σκηνικά – Κουστούμια Άγγελος Μέντης. Φωτισμοί Ελίζα Αλεξανδροπούλου. Κίνηση Νικολέττα Ξεναρίου. Διδασκαλία φωνών Γιάννης Ψαλιδάκος. Βοηθός σκηνοθέτιδας Αριάδνη Κωσταντακοπούλου.
Ηχοληψία Νίκος Κόλλιας.
Παίζουν: Όλια Λαζαρίδου, Αλεξάνδρα Καζάζου, Βασίλης Τρυφουλτσάνης, Γιάννης Ψαλλιδάκος.
Φιλική συμμετοχή: Άγγελος Παπαδημητρίου. Οργάνωση παραγωγής Χριστίνα Παπαδάκη. Εκτέλεση παραγωγής Apparat Athen / Νικόλας Χανακούλας.
Τo έργο κυκλοφορεί σε δίγλωσση έκδοση στο πλαίσιο της Θεατρικής Σειράς του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου σε συνεργασία με τις εκδόσεις Νεφέλη.
Την αγγλική μετάφραση υπογράφει ο συγγραφέας, Κυριάκος Χαρίτος.
[…]
«Η μνήμη δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από γλώσσα. Σε μια επαρχία ξεγραμμένη εδώ και χρόνια, μια φωνή ψάχνει εκείνο το κορίτσι που το λέγαν Αντιγόνη. Η πόλη ξυπνά. Θυμάται. Μπαινοβγαίνει στο όνειρο. Τα θραύσματά της αντηχούν. Μένουν για λίγο. Μετά γίνονται σκόνη.
Βραβευμένος συγγραφέας και σεναριογράφος, ο Κυριάκος Χαρίτος (Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου 2023) γράφει μια λαϊκή παραλογή εμπνευσμένη από τον μύθο της Αντιγόνης που σκηνοθετεί η Όλια Λαζαρίδου. Αποφεύγοντας τη γραμμικότητα ενός κειμένου που οι θεατές γνωρίζουν απέξω κι ανακατωτά, το Θήβα μοναξιά κινείται τόσο προς τα μπρος όσο και προς τα πίσω. Έχει τη μορφή ενός παραμιλητού. Ενός τραγουδιού.
Η αφήγηση, άλλοτε σε έμμετρο κι άλλοτε σε πεζό λόγο, συνομιλεί με τη μουσική. Οι ηθοποιοί συνθέτουν μια ονειρική μπάντα που πότε μιλά, πότε τραγουδά και πότε ψάλλει και μας μεταφέρει στα χώματα ενός τόπου γεμάτου θραύσματα μνήμης σαν κτερίσματα.
Η παράσταση συνομιλεί με την εναρκτήρια παραγωγή του Φεστιβάλ στην Επίδαυρο (Αντιγόνη του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Ulrich Rasche).»
Μακάρι όλα τα θεάματα-ακροάματα τού θεσμού των Επιδαυρίων να ήταν τόσο λυσιτελή.
Η διαπολιτισμική συνομιλία και η διαπολιτιστική συνεργασία συμβάλλουν στην ειρήνευση τού πλανήτη δια της πολιτιστικής διπλωματίας.
Συμπερίληψη, ανεκτικότητα, δημοκρατική συνδημιουργικότητα…