Μία ανάσα πριν από την εμπορική σύγκρουση, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξαν σε συμφωνία-ορόσημο, η οποία αποτρέπει την άμεση κλιμάκωση αλλά αφήνει πολλές σκιές. Το πλαίσιο προβλέπει βασικό δασμό 15% στα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα, υπερδιπλάσιο από τον προηγούμενο των 7%–10%, προκαλώντας ήδη αντιδράσεις στη βιομηχανία και τις αγορές.
Η συμφωνία συνοδεύεται από επενδυτικές δεσμεύσεις ύψους 600 δισ. δολαρίων, καθώς και ένα «πακέτο ενεργειακής ασφάλειας» ύψους 750 δισ. δολαρίων, με την ΕΕ να δεσμεύεται για μακροπρόθεσμες αγορές αμερικανικού LNG. Ωστόσο, το βασικό τίμημα πληρώνεται ήδη από την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, τις εισαγωγές ηλεκτρονικών και τις αγροτικές εξαγωγές, οι οποίες επιβαρύνονται σημαντικά.
Ο δρόμος προς τον συμβιβασμό – Από την κρίση στο παρά πέντε
Η διαπραγματευτική ένταση κορυφώθηκε στα τέλη Μαΐου, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την πρόθεση να επιβάλει δασμούς έως και 50%, μετά από διακοπή των συνομιλιών. Με μία δήλωση-σοκ από το Οβάλ Γραφείο: «Δεν ψάχνω για συμφωνία», το ενδεχόμενο εμπορικού πολέμου έγινε πιο ρεαλιστικό από ποτέ.
Η παρέμβαση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υπήρξε καθοριστική. Σε απευθείας τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο, δεσμεύτηκε για ταχεία ανταπόκριση και πολιτική βούληση. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με νέα ένταση, με την τελική συμφωνία να επιτυγχάνεται κατά την επίσκεψη του Τραμπ στη Σκωτία, λίγες ημέρες πριν την προγραμματισμένη εφαρμογή των νέων δασμών την 1η Αυγούστου.
Οι πρώτες αντιδράσεις: «Προσωρινή λύση με μακροπρόθεσμο κόστος»
Παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία των αγορών – με τον Dow Jones να ενισχύεται κατά 150 μονάδες – αναλυτές και βιομηχανικοί φορείς χαρακτηρίζουν τη συμφωνία ως μονομερές κέρδος για τις ΗΠΑ.
«Η ΕΕ απέφυγε την κρίση, αλλά ενίσχυσε τη θέση των ΗΠΑ στην ενέργεια και το εμπόριο. Η ζημιά στη βιομηχανική μας βάση θα είναι μεσοπρόθεσμα σημαντική», δήλωσε στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό καθεστώς ανωνυμίας.
Η γερμανική ένωση κατασκευαστών αυτοκινήτων (VDA) προειδοποίησε για πιθανές απώλειες χιλιάδων θέσεων εργασίας, εάν η συμφωνία δεν αναθεωρηθεί εντός του έτους. Αντίστοιχες ανησυχίες εκφράζουν και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στη Γαλλία και την Ισπανία.
Τι μένει να φανεί: Μεταβατική περίοδος ή νέο status quo;
Αν και η φον ντερ Λάιεν μίλησε για «ισορροπημένη συμφωνία», πολλοί στην Ευρώπη βλέπουν έναν στρατηγικό συμβιβασμό που επιβλήθηκε υπό πίεση. Η πρόβλεψη για επανεξέταση της συμφωνίας το 2026 αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο αναθεώρησης, αλλά κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι οι συσχετισμοί θα είναι ευνοϊκοί.
Στο μεταξύ, η Ουάσιγκτον εξασφάλισε σταθερή αγορά για τα ενεργειακά της προϊόντα, ενώ επιβάρυνε τον ανταγωνισμό. Και η Ευρώπη, αν και απέφυγε μια άμεση σύγκρουση, καλείται τώρα να ανασυντάξει την εμπορική και βιομηχανική στρατηγική της, υπό νέους – και λιγότερο ευνοϊκούς – όρους.