Το Ελ Νίνιο αποχωρεί, αφήνοντας τη θέση του στην εξίσου επικίνδυνη «αδελφή» του, τη Λα Νίνια – ένα ψυχρό κλιματικό φαινόμενο που προκαλεί ανατροπή των παγκόσμιων μετεωρολογικών μοτίβων και, στην Ευρώπη, συνδέεται συχνά με ψυχρότερους και πιο παρατεταμένους χειμώνες.
Από το Ελ Νίνιο στη Λα Νίνια
Με την αποδυνάμωση του «μικρού αγοριού» των ωκεανών, η διεθνής επιστημονική κοινότητα στρέφει το βλέμμα της σε αυτόν τον κλιματικό μηχανισμό που ψυχραίνει τα νερά του τροπικού Ειρηνικού, αλλάζοντας δραματικά τον καιρό σε κάθε ήπειρο.
Οι μετεωρολόγοι του Κέντρου Πρόγνωσης Κλίματος των ΗΠΑ εξέδωσαν επίσημη προειδοποίηση: η πιθανότητα εμφάνισης της Λα Νίνια μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου φτάνει πλέον το 53%, αυξημένη από το 47% του προηγούμενου μήνα. Το φαινόμενο, ακόμη και αν είναι ασθενές, θα φέρει πτώση της θερμοκρασίας των επιφανειακών υδάτων στον Ειρηνικό κατά τουλάχιστον 0,5°C κάτω από τον μέσο όρο.
Τι αλλάζει στον καιρό
Η ψύχρανση αυτή μπορεί να προκαλέσει:
-
Περισσότερες τροπικές καταιγίδες και τυφώνες στον Ατλαντικό.
-
Μεγαλύτερη ξηρασία στη Νότια Καλιφόρνια και σε τμήματα της Βραζιλίας και της Αργεντινής.
-
Αυξημένες βροχοπτώσεις στην Ινδονησία και στη βόρεια Αυστραλία.
-
Στην Ευρώπη, πιο ψυχρούς και έντονους χειμώνες.
Δύο αντίθετα αλλά επικίνδυνα “αδέλφια”
Το Ελ Νίνιο και η Λα Νίνια αποτελούν δύο φάσεις του ίδιου κλιματικού φαινομένου.
-
Στο Ελ Νίνιο, τα νερά στον κεντρικό και ανατολικό τροπικό Ειρηνικό θερμαίνονται, προκαλώντας πλημμύρες στη Νότια Αμερική και ξηρασία σε Αυστραλία – Ινδονησία.
-
Στη Λα Νίνια, τα ίδια νερά ψυχραίνονται, οι εμπορικοί άνεμοι ενισχύονται και παρατηρούνται ακραία καιρικά φαινόμενα στον Ατλαντικό και την Ασία.
Και τα δύο επηρεάζουν γεωργία, αλιεία, θαλάσσιες μεταφορές, ενέργεια και τελικά την παγκόσμια οικονομία.
Ιστορικό και παρατηρήσεις
Το Ελ Νίνιο καταγράφηκε για πρώτη φορά από ψαράδες στο Περού και τον Ισημερινό, οι οποίοι το βάφτισαν έτσι λόγω της εμφάνισής του γύρω στα Χριστούγεννα («Μικρό Αγόρι» – αναφορά στον Χριστό). Από τη δεκαετία του ’50, οι επιστήμονες παρακολουθούν και τις δύο φάσεις συστηματικά, γνωρίζοντας πλέον ότι εμφανίζονται κάθε 2 έως 7 χρόνια και μπορεί να διαρκέσουν 9 έως 12 μήνες, μερικές φορές και παραπάνω.