Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα Today Press
του Ανδρέα Μαζαράκη
Είμαστε στα μέσα της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και η κληρονομιά του 20ου έχει ήδη ξεθωριάσει δραματικά. Οι Αμερικάνοι δεν έχουν απέναντί τους την Κίνα του Μάο, ούτε τη Ρωσία του Γιέλτσιν. Η τριμερής στρατηγική που εισήγαγε ο Κίσινγκερ τη δεκαετία του ’70 -μέσω του Νίξον- στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα με την προσέγγιση του Πεκίνου σίγουρα δεν αντιστοιχεί στη σημερινή πραγματικότητα. Στο σημερινό σκηνικό, η Κίνα είναι η υπερδύναμη με την ικανότητα να επιτυγχάνει τη συνύπαρξη πολλών δογμάτων, όπως είδαμε, κρατώντας μόνο ό,τι είναι καλύτερο γι’ αυτήν. Η πολιτική φιλοσοφία του ΚΚΚ (Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας) βρίσκεται σταθερά στο σταυροδρόμι του κομμουνισμού και του φιλελευθερισμού και ακολουθεί τη μέση οδό του πραγματισμού.
Απέναντι στον ισορροπημένο φιλελευθερισμό, υπό τον έλεγχο του κράτους της Κίνας, ο Αμερικάνος Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, προσπαθεί να διαχειριστεί την ήττα της Δύσης με ανάλογο ρεαλισμό σε αντίθεση με τους εταίρους της Ε.Ε., οι οττοίοι επιμένουν να αγνοούν υστερικά την πραγματικότητα. O προστατευτισμός του Τραμπ με την επιβολή των δασμών αποσκοπεί στο να πετύχει καλύτερους όρους για το αμερικάνικο «επιχειρείν», έστω κι αν χρειάζεται να εγκαταλείψει η Αμερική τον ρόλο της ως αρχηγέτη της παγκοσμιοποίησης και του «ελεύθερου εμπορίου».
O Τραμπ χρησιμοποιεί μια εθνικιστική και αντιπαγκοσμιοποιητική αφήγηση για να εκτονώσει την αυξανόμενη επισφάλεια της εργατικής τάξης των ΗΠΑ. Στόχος του είναι να ενώσει τους πολίτες των ΗΠΑ πίσω από τη σημαία, να αποδυναμώσει την ταξική τους συνείδηση και να ελαφρύνει τη χώρα από τους μετανάστες. Επίσης, έχει ξεκινήσει μια νέα κούρσα εξοπλισμών που θα ενισχύσει τα κέρδη της αμερικάνικης βιομηχανίας.
Η ατζέντα του Τραμπ δεν σηματοδοτεί μια γενική διαδικασία αποπαγκοσμιοποίησης. Η πλήρης αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης θα ήταν αντίθετη με τα συμφέροντα του αμερικάνικου κεφαλαίου, το οποίο χρειάζεται να επεκταθεί -τόσο σε νέα εδάφη όσο και σε νέους τομείς- για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Η ιστορία, άλλωστε, μας λέει ότι το κάποτε «φιλελεύθερο» πρόταγμα του ελεύθερου εμπορίου το επέβαλαν οι ΗΠΑ, όταν η τεχνολογική τους ανάπτυξη ξεπέρασε τους ανταγωνιστές της για να υπερασπίσουν τα δικά τους συμφέροντα εις βάρος των λιγότερων αναπτυγμένων οικονομιών.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την παγκοσμιοποίηση, η οποία ήταν αυτή που κατέστησε δυνατή την παραγωγή αγαθών στην Κίνα με χαμηλότερο κόστος, διατηρώντας έτσι τους μισθούς και τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ υπό έλεγχο και αυξάνοντας τα κέρδη των εταιρειών. Όσο αυτό συνέβαινε, το ελεύθερο εμπόριο με την Κίνα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των αμερικάνικων εταιρειών.
Μόλις, όμως, η Κίνα άλλαξε την οικονομική της στρατηγική προς την παραγωγή και εξαγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, προστιθέμενης αξίας, η παγκοσμιοποίηση τούς γύρισε μπούμερανγκ. Τα κινητά τηλέφωνα κινέζικης παραγωγής, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) κατέκτησαν στη συνέχεια την αγορά των ΗΠΑ. Η Κίνα έχει μια εξίσου προκλητική εμπορική σύγκρουση με την Ευρώπη, με τη μορφή μιας σειράς δασμών – με το Πεκίνο να επιβάλλει εισαγωγικούς δασμούς στο γαλλικό κονιάκ, για παράδειγμα, ως απάντηση στους περιορισμούς της Ε.Ε. στις εισαγωγές κινέζικων ηλεκτρικών οχημάτων στα κράτη μέλη της Ε.Ε.
Αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή, όπου η Κίνα έχει αρχίσει να εισχωρεί σε τεχνολογίες που κάποτε ήταν προνόμιο των Δυτικών εθνών. Ένας εμπορικός πόλεμος με την Ε.Ε., σε συνδυασμό με τις πρόσφατες συζητήσεις σχετικά με την επέκταση του ρόλου του ΝΑΤΟ στην Ασία, θα μπορούσε να αποτελέσει πονοκέφαλο για το Πεκίνο. Αντίστροφα, πάλι, o στρατηγικός ανταγωνισμός του Τραμπ προς την Ε.Ε. θα μπορούσε ενδεχομένως να λειτουργήσει υπέρ της Κίνας, αν αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. θα αναζητήσει άλλους εταίρους.
Η Κίνα, κατά βάση, είναι ένα παραγωγικό κράτος, προσανατολισμένο στη μεταποίηση και το εμπόριο, αλλά δεν μπορεί παραγνωρίσει το γεγονός ότι ο πόλεμος, μετά το 2022, επέστρεψε στην ημερήσια διάταξη. Άλλωστε, ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει τους Κινέζους αξιωματούχους ότι ο κόσμος εισέρχεται σε μια εποχή αναταραχής «που όμοιά της δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και έναν αιώνα».
«Η παλιά Τάξη πραγμάτων αποσυντίθεται γρήγορα και η πολιτική των ισχυρών ανδρών είναι και πάλι σε άνοδο μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων του κόσμου», έγραψε ο καθηγητής Ζενγκ Γιονγ-κνιάν του Κινεζικού Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, Σεντζέν. «Οι χώρες ξεχειλίζουν από φιλοδοξία, σαν τίγρεις που κοιτάζουν τη λεία τους, πρόθυμες να βρουν κάθε ευκαιρία ανάμεσα στα ερείπια της παλιάς τάξης» συμπλήρωσε.
Έτσι, ενώ κλιμακώνεται η κρίση των δασμών στις θάλασσες, γύρω από την Ταϊβάν μια αρμάδα συγκεντρώνεται. Ο «κίτρινος» αυτοκράτορας διαθέτει ήδη ένα εκατομμύριο μη επανδρωμένα αεροσκάφη-καμικάζι, εκατοντάδες πυρηνικά όπλα, ένα δάσος βαλλιστικών πυραύλων κι ένα τεράστιο νέο ναυτικό. Το Πεκίνο είναι σε καλύτερη θέση να ανταποκριθεί σ’ έναν εμπορικό πόλεμο απ’ ό,τι ήταν στην πρώτη θητεία Τραμπ, το 2017, αλλά προετοιμάζεται παράλληλα και για έναν πραγματικό πόλεμο. Κάθε μεγάλη αυτοκρατορία στην ιστορία για να προστατεύσει τους εμπορικούς της δρόμους, χερσαίους και θαλάσσιους, χρειαζόταν ισχυρό ναυτικό και Ένοπλες Δυνάμεις.
Η μάχη για τα τσιπ είναι μόνο η αρχή για την επερχόμενη μάχη για την Τεχνητή Νοημοσύνη. Τον Ιανουάριο, η Κίνα αιφνιδίασε τον κόσμο της τεχνολογίας ανακοινώνοντας την Τεχνητή Νοημοσύνη DeepSeek, η οποία αποτέλεσε ένα κάλεσμα αφύπνισης για τους πολιτικούς αξιωματούχους όλων των τάσεων στην Ουάσινγκτον.