Μία παράδοση που κρατά από τους ρωμαϊκούς χρόνους είναι η αρχή του πολιτικού έτους να είναι ο Σεπτέμβριος. Στην Γ’ Ελληνική Δημοκρατία η παράδοση παίρνει διάσταση στη ΔΕΘ όπου οι πολιτικές δυνάμεις αναπτύσσουν τις θέσεις τους, κυρίως επί των οικονομικών.
Η φετινή ΔΕΘ έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς έχει επιλεγεί από την κυβέρνηση ως σημείο αναφοράς. Τους τελευταίους έξι μήνες, σε κάθε κριτική πρόταση για τις αδυναμίες της κυβέρνησης η επωδός είναι πως τα θέματα που μας απασχολούν, θα απαντηθούν στη Θεσσαλονίκη.
Η ομιλία του πρωθυπουργού στο Βελλίδειο θύμισε τις αίθουσες των εργαστηρίων πειραματικής ψυχολογίας, εκεί που γίνεται η χρήση του αμφίδρομου καθρέφτη. Τα προς παρατήρηση άτομα βλέπουν το είδωλό τους στον καθρέφτη και η επιστημονική ομάδα απαρατήρητη βγάζει τα συμπεράσματά της, αδιαμεσολάβητα και χωρίς διάδραση.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ. Εκφώνησε τον λόγο του κοιτώντας τον αμφίδρομο καθρέφτη, πίστεψε ότι έκανε το καλύτερο δυνατό και έφυγε με την ικανοποίηση εκείνου που θεωρεί ότι μόνον εκείνος έχει τις απαντήσεις σε ένα σύμπαν χωρίς εναλλακτικές. Στην άλλη όψη, στην αθέατη πλευρά, βρέθηκε η κοινωνία, οι πολίτες. Αυτοί άκουσαν για παροχές που είχαν ήδη περιγραφεί στη δημόσια συζήτηση, αυτές που επιτρέπει ο δημοσιονομικός χώρος και για άλλη μια φορά ένιωσαν την αίσθηση της ματαιότητας.
Στη ΔΕΘ αναδείχθηκε νομίζω η διάσταση της κυβέρνησης με την κοινωνία. Ο πολίτης αισθάνεται ότι «ακούει πολλά, βλέπει λίγα», ενώ η κυβέρνηση πιστεύει ότι «βάζει τα δυνατά της». Αυτή ακριβώς η διαφορετική πρόσληψη της πραγματικότητας δίνει στην κυβέρνηση την έπαρση του αδαούς και στην κοινωνία το δικαίωμα να αμφιβάλει. Να αμφισβητεί τις καλές προθέσεις καθώς στο σύμπαν των πολιτών η ζωή είναι δύσκολη και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που την περιβάλει πολύ λιγότερα υποσχόμενη.
Για ποιο λόγο να πιστέψεις μια κυβέρνηση που σου επιτρέπει να ζεις σε ένα περιβάλλον οικονομικών σκανδάλων, που σου δημιουργεί καθημερινά την αίσθηση αδικίας ή άνισης μεταχείρισης, επειδή σου λέει πως έκανε όσα μπορούσε βάσει του πήχη που εκείνη έθεσε και θέλει να τα πλασάρει ως συμβολή στο «ευ ζην των πολιτών»;